Από τα τέλη του 2024, δημοσιεύματα και αναρτήσεις στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ξεκίνησαν να αναπαράγουν τον ισχυρισμό πως, σύμφωνα με δημοσιευμένη μελέτη, τα εμβόλια mRNA κατά της COVID-19 προκάλεσαν αύξηση 112.000% στους θρόμβους εγκεφάλου. Όπως θα εξετάσουμε στο παρόν άρθρο όμως, πρόκειται για ανακύκλωση παλαιότερου ισχυρισμού, ενώ η επικαλούμενη μελέτη ακολούθησε εσφαλμένη μεθοδολογία καθώς χρησιμοποίησε δεδομένα από υπηρεσίες φαρμακοεπαγρύπνησης, οι οποίες δεν είναι σχεδιασμένες για χρήση με αυτόν τον τρόπο.
Ο ισχυρισμός διαδόθηκε μέσω δημοσιευμάτων όπως αυτά που διαβάζουμε στους ιστότοπους amazonios.net, choratouaxoritou.gr και attikanea.info, καθώς και μέσω αναρτήσεων στα κοινωνικά δίκτυα:
Τι ισχύει
Αρχικά είναι απαραίτητο να αναφέρουμε πως ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης είναι ο Αμερικανός καρδιολόγος Peter McCullough. Τα τελευταία χρόνια ο McCullough έχει επανειλημμένα προβεί σε σωρεία ανυπόστατων, ψευδών και ψευδοεπιστημονικών ισχυρισμών σχετικά με την πανδημία και τα εμβόλια κατά της COVID-19, τους οποίους έχουμε καταρρίψει σε παλαιότερα άρθρα μας. [άρθρο 1][άρθρο 2][άρθρο 3][άρθρο 4][άρθρο 5]
Ως αποτέλεσμα, έχει δεχθεί επανειλημμένα κριτική από την επιστημονική κοινότητα για τους ισχυρισμούς αυτούς, ενώ το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Baylor, στο Τέξας, διέκοψε τη συνεργασία του μαζί του από τον Φεβρουάριο του 2021. Τον Ιούλιο του 2022 το ίδιο ίδρυμα κατέθεσε αγωγή εναντίον του McCullough ως απάντηση στους αβάσιμους ισχυρισμούς του για την COVID-19, ώστε να τον εμποδίσει να χρησιμοποιεί το όνομα του ιδρύματος.
Ο υπό εξέταση ισχυρισμός είχε διαδοθεί, αρχικά, το καλοκαίρι του 2024, όταν η εν λόγω μελέτη βρισκόταν ακόμα στο στάδιο της προδημοσίευσης, και είχε καταρριφθεί από τα Ellinika Hoaxes σε σχετικό άρθρο μας με τίτλο «Ανυπόστατοι ισχυρισμοί από ψευδοεπιστημονική μελέτη για υποτιθέμενη αύξηση εγκεφαλικών θρομβοεμβολών στις ΗΠΑ μετά από εμβολιασμό». Ωστόσο, με τη δημοσίευσή της μελέτης στο περιοδικό International Journal of Innovative Research in Medical Science (IJIRMS) τον Νοέμβριο του 2024, άρχισε να διαδίδεται εκ νέου.
Το επιστημονικό προφίλ του περιοδικού που δημοσίευσε τη μελέτη
Προτού αναφερθούμε στη μεθοδολογία και τα αποτελέσματα της υπό εξέταση μελέτης, είναι σκόπιμο να εξετάσουμε το προφίλ του ίδιου του περιοδικού το οποίο τη δημοσίευσε. Όπως εξηγεί σε σχετική ανάλυσή της η ομάδα ελέγχου γεγονότων Health Feedback, η οποία επικεντρώνεται στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης σε θέματα υγείας, τα ευρήματά της καθιστούν αμφισβητήσιμη την εγκυρότητα του IJIRMS ως επιστημονικού περιοδικού.
Συγκεκριμένα, η ομάδα του Health Feedback αποπειράθηκε να εντοπίσει τον φορέα “Wellness Educational Association Society“, ο οποίος, σύμφωνα με τη μελέτη, εκδίδει το συγκεκριμένο περιοδικό, ωστόσο δεν τα κατάφερε:
Το περιοδικό που δημοσίευσε τη μελέτη, που ονομάζεται International Journal of Innovative Research in Medical Sciences, ισχυρίζεται ότι δημοσιεύεται από την «Wellness Educational Association Society», που βρίσκεται στο Madhya Pradesh της Ινδίας. Αλλά δεν μπορέσαμε να βρούμε καμία πληροφορία που να αποδεικνύει την ύπαρξη αυτού του φορέα.
Η σελίδα επικοινωνίας του περιοδικού αναφέρει τους «Dr. Pradeep Kumar» και «Dr. Pankaj Soni» ως μέλη του προσωπικού του περιοδικού. Και πάλι, δεν μπορέσαμε να βρούμε πληροφορίες που να υποδεικνύουν ότι άτομο με οποιοδήποτε από αυτά τα ονόματα συνδέεται με το περιοδικό ή με τη Wellness Educational Association Society.
Κατά την έρευνα της, η ομάδα του Health Feedback εντόπισε στοιχεία που, όπως αναφέρει, παραπέμπουν σε predatory journal, δηλαδή σε τύπο περιοδικών με χαμηλή ή μηδενική επιστημονική εγκυρότητα, τα οποία, ενώ παρουσιάζονται ως επιστημονικά, στην πραγματικότητα δημοσιεύουν επί πληρωμή και μαζικά μελέτες χωρίς έλεγχο ποιότητας, με σκοπό το κέρδος:
Μια αναζήτηση στο Google για το όνομα του περιοδικού μας οδήγησε σε αυτόν τον ιστότοπο. Είναι ενδιαφέρον ότι ο συντάκτης του περιοδικού που αναφέρεται στον ιστότοπο ονομάζεται Govind Lohar και όχι Pradeep Kumar. […] Η αναζήτηση του αριθμού τηλεφώνου που σχετίζεται με το περιοδικό μας οδήγησε σε δύο άλλα περιοδικά, το International Journal of Science and Engineering Invention και το International Journal of Social Science and Economics Invention. Οι σελίδες τους μοιάζουν οπτικά με αυτές του International Journal of Innovative Research in Medical Sciences, μέχρι τα γραμματικά λάθη και τα λάθη στίξης:

Ακόμη πιο περίεργο είναι πώς ο Lohar αναφέρεται ως συντάκτης τόσο του International Journal of Science and Engineering Invention όσο και του International Journal of Social Science and Economics Invention. Οι συντάκτες περιοδικών συνήθως διαθέτουν τεχνογνωσία στον συγκεκριμένο τομέα της επιστήμης για τον οποίο το περιοδικό δημοσιεύει άρθρα. Είναι πολύ ασυνήθιστο για ένα άτομο να θεωρείται ειδικός σε τομείς που είναι τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους, από την ιατρική μέχρι τη μηχανική, τις κοινωνικές επιστήμες και τα οικονομικά.
Συνολικά, τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι αυτά τα περιοδικά είναι δυνητικά μέρος μιας επιχείρησης predatory journal. Ο στόχος των predatory εκδοτών είναι συνήθως η δημιουργία εσόδων από τέλη δημοσίευσης ή επεξεργασίας άρθρων που επιβάλλονται στους συγγραφείς, προσελκύοντας συγγραφείς με γρήγορα χρονοδιαγράμματα δημοσίευσης. Αν και δεν είναι κακή η επιβολή αντιτίμου στους συγγραφείς, αυτοί οι εκδότες συνήθως στερούνται εκδοτικών και τεχνικών προτύπων.
Ως εκ τούτου, η ποιότητα της αξιολόγησης από ομοτίμους σε τέτοιους εκδότες είναι αμφισβητήσιμη. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί του McCullough και άλλων ότι η μελέτη είχε αξιολογηθεί από ομοτίμους – υπονοώντας ότι τα ευρήματά τους είναι αξιόπιστα ή αποδεκτά από την ευρύτερη επιστημονική κοινότητα – θα πρέπει αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό.
Η μεθοδολογία και τα αποτελέσματα της μελέτης
Η επίμαχη μελέτη συνέλεξε δεδομένα για περιπτώσεις θρόμβων αίματος στον εγκέφαλο (εγκεφαλική θρομβοεμβολή) από τη βάση δεδομένων φαρμακοεπαγρύπνησης VAERS, η οποία συντηρείται από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) και τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA). Οι συγγραφείς συγκέντρωσαν δεδομένα από την 1η Ιανουαρίου του 1990 έως τις 31 Δεκεμβρίου του 2023 και στη συνέχεια συνέκριναν τις αναφορές εγκεφαλικών θρομβοεμβολών μετά από εμβολιασμό κατά της COVID-19, με ανάλογες αναφορές για εμβόλια κατά της γρίπης χρησιμοποιώντας, όπως αναφέρουν, αναλογική σχέση αναφοράς ανά έτος.
Έτσι διαπίστωσαν πως υπήρξαν 5137 αναφορές εγκεφαλικής θρομβοεμβολής τα 3 χρόνια (36 μήνες) μετά τα εμβόλια κατά της COVID-19, σε σύγκριση με 52 αναφορές για τα εμβόλια κατά της γρίπης τα τελευταία 34 χρόνια (408 μήνες) και 282 αναφορές για όλα τα άλλα εμβόλια (εκτός της COVID-19) τα τελευταία 34 χρόνια (408 μήνες). Στα συμπεράσματά τους, αναφέρουν πως διαπιστώνουν μια «ανησυχητική παραβίαση του ορίου σήματος ασφαλείας» σχετικά με αναφορές εγκεφαλικών θρομβώσεων μετά τα εμβόλια COVID-19 σε σύγκριση με άλλα εμβόλια, ενώ τονίζουν πως «είναι απαραίτητο ένα άμεσο παγκόσμιο μορατόριουμ (σσ: προσωρινή αναστολή) στη χρήση των εμβολίων κατά του COVID-19 με απόλυτη αντένδειξη σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας».
Όπως αναφέρουν οι ίδιοι οι συγγραφείς, για την διεξαγωγή της μελέτης βασίστηκαν σε δεδομένα από βάσεις δεδομένων φαρμακοεπαγρύπνησης, συγκεκριμένα το VAERS. Όπως έχουμε αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο μας, με τίτλο «Η επιστημονικά εσφαλμένη χρήση δεδομένων από υπηρεσίες φαρμακοεπαγρύπνησης», τα συστήματα φαρμακοεπαγρύπνησης όπως το VAERS παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην ανίχνευση πιθανών παρενεργειών από φαρμακευτικά σκευάσματα και εμβόλια, που πιθανώς δεν έχουν παρατηρηθεί στις κλινικές δοκιμές, και χρησιμεύουν ως εργαλείο συλλογής πληροφοριών και έγκαιρης αναγνώρισης για πιθανές παρενέργειες που ενδέχεται να σχετίζονται με ένα συγκεκριμένο εμβόλιο.
Ωστόσο, οι αναφορές που κατατίθενται σε αυτούς τους φορείς δεν αποτελούν αυτόματη απόδειξη αιτιώδους σχέσης μεταξύ ενός εμβολίου και μιας συγκεκριμένης αναφερόμενης παρενέργειας. Το γεγονός, δηλαδή, πως κάποια παρενέργεια παρουσιάστηκε μετά τη λήψη ενός φαρμάκου ή μετά τον εμβολιασμό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι προκλήθηκε από το σκεύασμα. Για να εξακριβωθεί αν υπάρχει όντως αιτιώδης συσχετισμός, κάθε περίπτωση πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά από τις αρμόδιες Αρχές.
Αυτή η προειδοποίηση εμφανίζεται στην ιστοσελίδα του VAERS αλλά και στις ιστοσελίδες ανάλογων βάσεων δεδομένων όπως της EudraVigilance και του βρετανικού προγράμματος αναφορών Yellow Card:

Μετάφραση επισημασμένου κειμένου:
Οι αναφορές του VAERS δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να προσδιορίσουν αν ένα εμβόλιο προκάλεσε ή συνέβαλε σε μια ανεπιθύμητη ενέργεια ή ασθένεια. Οι αναφορές μπορεί να περιέχουν πληροφορίες που είναι ελλιπείς, ανακριβείς, τυχαίες, ή ανεπιβεβαίωτες.
Το γεγονός πως ο καθένας μπορεί να καταχωρήσει οτιδήποτε σε αυτά τα συστήματα, γεγονός που οδηγεί σε μεγάλο αριθμό αναφορών, ιδίως κατά τη διάρκεια της τρέχουσας πανδημίας, και η αδυναμία της άμεσης επιστημονικής αξιολόγησης κάθε αναφοράς ξεχωριστά, οδηγούν στη λανθασμένη ερμηνεία των δεδομένων που περιέχουν από άτομα που δεν κατανοούν – ή σκοπίμως παραβλέπουν – τους περιορισμούς των βάσεων αυτών. Καθίσταται σαφές λοιπόν πως, παρά την επιστημονική αξία που διαθέτουν τα συστήματα φαρμακοεπαγρύπνησης, τα δεδομένα τους χρησιμοποιούνται πολύ συχνά με εσφαλμένο τρόπο ώστε να αποδoθεί αυθαίρετα αιτιώδης σχέση με εμβόλια ή λοιπά φαρμακευτικά σκευάσματα, χωρίς αυτή να είναι τεκμηριωμένη.
Συνεπώς, η χρήση των εν λόγω πρωτογενών δεδομένων με σκοπό να αποδειχτεί συσχέτιση παρενεργειών και θανάτων με φάρμακα και εμβόλια, αποτελεί αντιεπιστημονική πρακτική και ουσιωδώς εσφαλμένη μεθοδολογία.
Μιλώντας στο AAP, ο Matthew Motta, ειδικός δικαίου και πολιτικής υγείας στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, ανέφερε πως μόνο οι κλινικές δοκιμές μπορούν να δείξουν στους ερευνητές πόσο συχνή είναι μια ανεπιθύμητη αντίδραση, όχι τα συστήματα φαρμακοεπαγρύπνησης:
«Το VAERS δεν είναι εξοπλισμένο για να μας το πει αυτό, και δυστυχώς, έχουμε κάποιους ανθρώπους που πιστεύουν ότι είναι. […] Οι άνθρωποι μπορεί να αναφέρουν εσφαλμένα, οι άνθρωποι μπορεί να μην καταλαβαίνουν τα συμπτώματα που έχουν. Οι άνθρωποι μπορεί να λένε ψέματα για τα συμπτώματα. Οι άνθρωποι δεν έχουν απαραιτήτως τις κατάλληλες γνώσεις για να διαγνώσουν τον εαυτό τους»
Με το ζήτημα της ανακριβούς επίκλησης δεδομένων από φορείς φαρμακοεπαγρύπνησης έχουμε ασχοληθεί αρκετές φορές στο πλαίσιο της τρέχουσας πανδημίας σε σχετικά άρθρα μας που μπορείτε να βρείτε εδώ, εδώ, εδώ, εδώ κι εδώ.
Τα εμβόλια κατά της COVID-19 είχαν διαφορετικά κριτήρια για καταγραφή ανεπιθύμητων ενεργειών από αυτά της γρίπης
Όπως εξηγεί στην ανάλυσή του το Health Feedback, ένας ακόμα λόγος που καθιστά εσφαλμένη την ερμηνεία των δεδομένων από τους συγγραφείς της μελέτης είναι τα διαφορετικά κριτήρια αναφορών ανεπιθύμητων ενεργειών σε εμβόλια που τελούν υπό άδεια χρήσης έκτακτης ανάγκης (Emergency Use Authorization) όπως τα εμβόλια κατά της COVID-19:
Για τα εμβόλια COVID-19 υπό EUA, ο ιστότοπος του VAERS αναφέρει ότι είναι υποχρεωτικό για τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν στη VAERS «σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες ανεξαρτήτως αιτιότητας» (με έμφαση), συμπεριλαμβανομένων των ανεπιθύμητων ενεργειών που είναι απειλητικές για τη ζωή και της νοσηλείας. Οι θρόμβοι αίματος στον εγκέφαλο θεωρούνται σοβαροί και δυνητικά απειλητικοί για τη ζωή, και επομένως πληρούν τις προϋποθέσεις για υποχρεωτική αναφορά, ακόμη και αν δεν υπάρχει σύνδεση με τον εμβολιασμό.

Για τα εμβόλια τα οποία δεν τελούν υπό άδεια χρήσης έκτακτης ανάγκης, όπως για παράδειγμα τα εμβόλια της γρίπης, δεν υπάρχει η ανωτέρω υποχρέωση για καταγραφή όλων των συμβάντων ανεξαρτήτως αιτίας. Αντίθετα, η υποχρέωση αναφοράς στο VAERS για τα εμβόλια της γρίπης αφορά συγκεκριμένες ανεπιθύμητες ενέργειες, συγκεκριμένα την αναφυλαξία/αλλεργική αντίδραση, τον τραυματισμό του ώμου κατά τη χορήγηση του εμβολίου, την συγκοπή/λιποθυμία, το σύνδρομο Guillain-Barré και οποιαδήποτε οξεία επιπλοκή ή επακόλουθο (συμπεριλαμβανομένου του θανάτου) που συνδέεται με αυτά τα συμβάντα:

Βάσει των διαφορετικών κριτηρίων, το Health Feedback καταλήγει πως το ποσοστό αναφορών για τα εμβόλια κατά της COVID-19 είναι υψηλότερο από αυτό των εμβολίων της γρίπης.
Τι δείχνει η επιστημονική βιβλιογραφία για την εμφάνιση θρομβώσεων σε όσους εμβολιάστηκαν κατά της COVID-19
Τον Ιούλιο του 2024 δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications μια εκ των εκτενέστερων σχετικών επιστημονικών μελετών, με τίτλο “Cohort study of cardiovascular safety of different COVID-19 vaccination doses among 46 million adults in England“, της οποίας τα συμπεράσματα κατέδειξαν σαφώς μειωμένα ποσοστά εμφάνισης θρομβωτικών και καρδιαγγειακών επιπλοκών σε άτομα που εμβολιάστηκαν κατά της COVID-19 σε σύγκριση προς τη συχνότητα εμφάνισης των επιπλοκών αυτών σε ανεμβολίαστα άτομα.
Όπως αναφέρει δελτίο τύπου του Health Data Research UK (κρατικό ινστιτούτο του Ηνωμένου Βασιλείου για τα επιστημονικά δεδομένα υγείας), το οποίο δελτίο παραθέτει σε ανακοίνωσή του το Πανεπιστήμιο του Cambridge, η έρευνα διεξήχθη με επικεφαλής τα Πανεπιστήμια του Cambridge, του Bristol και του Εδιμβούργου και οργανώθηκε από το Κέντρο Επιστημών Δεδομένων του Βρετανικού Ιδρύματος Καρδιάς (British Heart Foundation), του Health Data Research UK.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μη-ταυτοποιήσιμα αρχεία υγείας από 45,7 εκατομμύρια ενήλικες στην Αγγλία, μεταξύ του Δεκεμβρίου του 2020 και του Ιανουαρίου 2022. Βάσει αυτών, συνέκριναν τη συχνότητα θρομβωτικών και καρδιαγγειακών επιπλοκών σε εμβολιασμένα άτομα έως και 26 εβδομάδες μετά την πρώτη, δεύτερη και τρίτη (αναμνηστική) δόση εμβολίων κατά της COVID-19, με τη συχνότητα εμφάνισης σε άτομα τόσο πριν τον εμβολιασμό όσο και σε ανεμβολίαστα άτομα.
Όπως αναφέρουν οι συγγραφείς στο κείμενο της μελέτης:
Αυτή η μελέτη χρησιμοποίησε διαχρονικά αρχεία υγείας ολόκληρου του πληθυσμού από περισσότερους από 45,7 εκατομμύρια ενήλικες στην Αγγλία για να ποσοτικοποιήσει τις συσχετίσεις πρώτης, δεύτερης και αναμνηστικής δόσης εμπορικών σημάτων εμβολίων COVID-19 που χρησιμοποιήθηκαν κατά τα δύο πρώτα χρόνια της κυκλοφορίας του εμβολίου στο Ηνωμένο Βασίλειο με τη συχνότητα εμφάνισης αρτηριακών και φλεβικών θρομβώσεων, θρομβοπενίας και μυοκαρδίτιδας. Οι εκτιμώμενοι λόγοι κινδύνου προσαρμόστηκαν για ένα ευρύ φάσμα πιθανών παραγόντων σύγχυσης. Η συχνότητα εμφάνισης θρομβωτικών και καρδιαγγειακών επιπλοκών ήταν γενικά χαμηλότερη μετά από κάθε δόση κάθε μάρκας εμβολίου. Εξαιρέσεις, σύμφωνα με προηγούμενα ευρήματα που έχουν αναγνωριστεί από τους ρυθμιστές φαρμάκων, περιελάμβαναν σπάνιες επιπλοκές του εμβολίου ChAdOx1 (ICVT και θρομβοπενία, λόγω ανοσοθρομβοπενίας και θρόμβωσης που προκαλείται από το εμβόλιο) και των εμβολίων mRNA (μυοκαρδίτιδα και περικαρδίτιδα). Υπήρχαν λίγες διαφορές μεταξύ των υποομάδων που ορίζονται από δημογραφικά και κλινικά χαρακτηριστικά. Αυτά τα ευρήματα, σε συνδυασμό με τον μακροπρόθεσμο υψηλότερο κίνδυνο σοβαρών καρδιαγγειακών και άλλων επιπλοκών που σχετίζονται με την COVID-19, προσφέρουν πειστικά στοιχεία που υποστηρίζουν το καθαρό καρδιαγγειακό όφελος του εμβολιασμού κατά της COVID-19.
Πηγή εικόνων: Cohort study of cardiovascular safety of different COVID-19 vaccination doses among 46 million adults in England
Σημείωση: Οι κάθετες γραμμές απεικονίζουν το διάστημα εμπιστοσύνης 95% (CI). αυτές δεν είναι ορατές όταν είναι πολύ στενό. Ο αριθμός των ατόμων που ήταν επιλέξιμοι για αναλύσεις πρώτης, δεύτερης, και αναμνηστικής δόσης ήταν 45.673.965, 37.249.850, και 35.853.120, αντίστοιχα. Ο αριθμός των ατόμων που έλαβαν μια πρώτη δόση ChAdOx1, BNT-162b2, και mRNA-1273 ήταν 19.317.985, 16.846.995, και 1.084.865, αντίστοιχα. [Ο αριθμός όσων έλαβαν] μια δεύτερη δόση των ChAdOx1, BNT-162b2, και mRN
Συμπέρασμα
Ο υπό εξέταση ισχυρισμός βασίζεται σε μελέτη η οποία χρησιμοποίησε μη επαληθευμένα δεδομένα από υπηρεσία φαρμακοεπαγρύπνησης με αντιεπιστημονικό τρόπο. Οι συγγραφείς της χρησιμοποίησαν ανεπεξέργαστα πρωτογενή δεδομένα από αναφορές σε βάσεις δεδομένων, θεωρώντας τις αναφορές αυτές συλλήβδην όλες ως έγκυρες και τα δεδομένα τους ως όντως σχετιζόμενα με τον εμβολιασμό κατά της COVID-19. Ωστόσο, όπως έχουμε αναφέρει στο παρελθόν, αυτές οι βάσεις φαρμακοεπαγρύπνησης δεν προορίζονται και δεν προσφέρονται για να παρέχουν δεδομένα χωρίς την κατάλληλη αξιολόγηση και εξέτασή τους, ώστε να αποδεικνύουν την εικαζόμενη συσχέτιση εμβολίων ή άλλων φαρμάκων με συγκεκριμένες ανεπιθύμητες ενέργειες.
Επιπροσθέτως, οι συγγραφείς δεν έλαβαν υπόψιν τους διαφορές στα κριτήρια αναφορών ανεπιθύμητων ενεργειών τα οποία καθιστούν άτοπη τη άμεση σύγκριση των εμβολίων της γρίπης και της COVID-19. Έρευνα του οργανισμού Health Feedback για την επιστημονική εγκυρότητα του περιοδικού στο οποίο δημοσιεύτηκε η έρευνα, εντόπισε στοιχεία που παραπέμπουν σε predatory journal, δηλαδή σε περιοδικό χαμηλής επιστημονικής εγκυρότητας το οποίο δημοσιεύει μελέτες με ελλιπή ή μηδαμινό έλεγχο τους.
Στην πραγματικότητα, τα αποτελέσματα μίας από τις εκτενέστερεις μελέτες που έχουν γίνει για την ασφάλεια των εμβολίων κατά της COVID-19, με βάση διαχρονικά αρχεία υγείας ολόκληρου του πληθυσμού από περισσότερους από 45,7 εκατομμύρια ενήλικες στην Αγγλία, υποστηρίζουν το καθαρό καρδιαγγειακό όφελος του εμβολιασμού κατά της COVID-19 έναντι του μακροπρόθεσμου υψηλότερου κινδύνου σοβαρών καρδιαγγειακών επιπλοκών που σχετίζονται με τη νόσηση από COVID-19.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν:
- https://science.feedback.org/reviewed-content-author/peter-mccullough/
- https://science.feedback.org/review/peter-mccullough-makes-multiple-false-misleading-claims-covid19-vaccine-safety-efficacy-podcast/
- https://science.feedback.org/review/flawed-analysis-peter-mccullough-promote-baseless-claim-brain-blood-clots-112000-more-likely-after-covid-vaccine-than-flu-vaccine/
- https://mdanderson.libanswers.com/faq/206446
- https://beallslist.net/wp-content/uploads/2019/12/criteria-2015.pdf
- https://vaers.hhs.gov/data.html#selection-335.0-335.750
- https://www.adrreports.eu/el/understanding_reports.html
- https://www.gov.uk/government/publications/coronavirus-covid-19-vaccine-adverse-reactions/coronavirus-vaccine-summary-of-yellow-card-reporting
- https://vaxopedia.org/2016/09/09/vaers/
- https://www.aap.com.au/factcheck/misleading-to-say-brain-clots-112000-more-likely-after-covid-vaccine-than-flu-shot/
- https://vaers.hhs.gov/docs/VAERS_Table_of_Reportable_Events_Following_Vaccination.pdf
- https://www.nature.com/articles/s41467-024-49634-x
- https://www.cam.ac.uk/research/news/incidence-of-heart-attacks-and-strokes-was-lower-after-covid-19-vaccination