Όχι, άρθρο της Guardian ΔΕΝ μιλάει για την αποτελεσματική διαχείριση του μεταναστευτικού στην Ελλάδα - Featured image

Όχι, άρθρο της Guardian ΔΕΝ μιλάει για την αποτελεσματική διαχείριση του μεταναστευτικού στην Ελλάδα

Στα μέσα Απριλίου του 2023, δημοσιεύματα σε ελληνικούς ιστοτόπους επικαλέστηκαν άρθρο της εφημερίδας The Guardian, με τον ισχυρισμό πως αυτό μιλά για την αποτελεσματικότητα του ελληνικού μοντέλου διαχείρισης του μεταναστευτικού, καθιστώντας το πρότυπο για τους Τόρις (Βρετανικό Συντηρητικό Κόμμα). Ωστόσο, όπως θα δούμε στη συνέχεια, το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας δεν χαρακτηρίζει ως αποτελεσματική τη διαχείριση του μεταναστευτικού στην Ελλάδα, αντιθέτως ασκεί κριτική σε αυτή, καταλήγοντας σε εντελώς διαφορετικό συμπέρασμα.

Παραδείγματα: iefimerida.gr, karfitsa.gr, dexiextrem.blogspot.com

Το αρχικό δημοσίευμα κοινοποιήθηκε επίσης και από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, κ. Άδωνη Γεωργιάδη, στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter:

Στα υπό εξέταση δημοσιεύματα διαβάζουμε τα εξής:

Guardian: Πρότυπο το ελληνικό μοντέλο στο μεταναστευτικό για τους Τόρις -Αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων, μείωση ροών

Για την αποτελεσματική διαχείριση του μεταναστευτικού στην Ελλάδα, μιλά σε σημερινό της άρθρο η βρετανική εφημερίδα Guardian.

Όπως αναφέρει το σχετικό δημοσίευμα, η «αυστηρή αλλά δίκαιη» μεταναστευτική πολιτική που υιοθέτησε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, και ειδικότερα ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Νότης Μηταράκης, κατάφερε να αντιμετωπίσει αυτό που σήμερα καλούνται να διαχειριστούν ορισμένες χώρες της Ευρώπης. Άλλωστε υπενθυμίζεται πως χθες η Ιταλία κηρύχθηκε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης λόγω της αύξησης των ροών που φτάνουν και στο +300%.

Επιβεβαιωτικό στοιχείο αυτής της προσέγγισης από τους Τόρις στη Βρετανία, αποτελεί και η δήλωση της πρώην υπουργού Εσωτερικών Priti Patel, η οποία είπε στους βουλευτές την περασμένη εβδομάδα ότι «δεν θα βρισκόμασταν σε αυτήν την τρέχουσα κατάσταση» αν της επιτρεπόταν να αντιγράψει κέντρα υποδοχής ελληνικού τύπου.

Η αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων, με τη μείωση των μεταναστευτικών ροών προς τη χώρα, καθώς και ο παράλληλος δραστικός περιορισμός των επιπτώσεων στις τοπικές κοινωνίες, αποτέλεσαν τους βασικούς στόχους του μοντέλου διαχείρισης του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου. Επιπλέον, η δημιουργία των νέων Κλειστών Ελεγχόμενων Κέντρων στη Σάμο, τη Κω, τη Λέρο και σύντομα στη Λέσβο και τη Χίο, αποτέλεσαν μία οργανωμένη βάση, ικανή να διαχειριστεί τις άναρχες συνθήκες που είχε δημιουργήσει η κρίση του 2015-2019. Με αυτά τα δεδομένα, η Ελλάδα κατάφερε να αντιμετωπίσει επιτυχώς τη μεταναστευτική κρίση.

Αυτό το αποτελεσματικό μοντέλο διαχείρισης σήμερα προκαλεί το ενδιαφέρον προς μίμηση από τους Βρετανούς Συντηρητικούς, οι οποίοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο εσωτερικό της χώρας τους εξαιτίας της μεταναστευτικής κρίσης.

Όπως αναφέρει και το δημοσίευμα του Guardian, το ενδιαφέρον των Βρετανών για το ελληνικό μοντέλο χρονολογείται από τον Μάιο του 2021, όταν ο πρώην Υπουργός Μετανάστευσης Chris Philp έκανε ένα «επείγον» ταξίδι – όπως το αποκαλούσαν εσωτερικά έγγραφα που είδε ο Guardian – στην Ελλάδα. Στη συνέχεια, ακολούθησε μια επίσημη επίσκεψη του Priti Patel τον Αύγουστο του 2021, προκειμένου δει από κοντά τον τρόπο λειτουργίας των νέων Κλειστών Ελεγχόμενων Κέντρων και βγήκε σε περιπολία με την Ελληνική Ακτοφυλακή, μιλώντας για «στενή συνεργασία με Έλληνες εταίρους» στον τομέα της μετανάστευσης.

Τι ισχύει

Σημείωση: Το παρόν άρθρο εξετάζει αποκλειστικά τη λανθασμένη απόδοση του περιεχομένου του δημοσιεύματος της βρετανικής εφημερίδας σε ελληνικούς ιστότοπους, και δεν έχει σκοπό να εξετάσει, να επιβεβαιώσει, ή να καταρρίψει τους ισχυρισμούς του αρχικού δημοσιεύματος.

Όπως φαίνεται κυρίως από τον υπότιτλό του, το υπό εξέταση δημοσίευμα υποστηρίζει πως το άρθρο της Guardian αναφέρεται στην «αποτελεσματική διαχείριση» του μεταναστευτικού ζητήματος στη χώρα μας, χαρακτηρίζοντας το ελληνικό μοντέλο αποτελεσματικό. Ωστόσο το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας δεν καταλήγει στα εν λόγω συμπεράσματα, αλλά αντιθέτως αμφιβάλλει για την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης του μεταναστευτικού ζητήματος στην Ελλάδα, και εστιάζει στα προβλήματα που αυτή ενέχει.

Το άρθρο γνώμης της Guardian φέρει τον τίτλο “Tories hail Greek migration policies as an example. Instead, they should serve as a warning” (“οι Τόρις χαιρετίζουν της ελληνικές μεταναστευτικές πολιτικές ως παράδειγμα. Αντιθέτως, θα έπρεπε να εκλαμβάνονται ως προειδοποίηση) και δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της εφημερίδας στις 12 Απριλίου 2023, με συγγραφείς τους Katy Fallon και Γιώργο Χρηστίδη.

Ας δούμε τι αναφέρει το δημοσίευμα της Guardian, τονίζοντας παράλληλα τα σημεία εκείνα που υποστηρίζουν την άποψη των συγγραφέων, ασκώντας κριτική στη διαχείριση του μεταναστευτικού στη χώρα μας:

Οι Τόρις χαιρετίζουν τις ελληνικές μεταναστευτικές πολιτικές ως παράδειγμα. Αντίθετα, θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως προειδοποίηση

Η εμπειρία στην ανατολική Μεσόγειο αποδεικνύει ότι η αποτροπή και οι σκληρές συνθήκες δεν επαρκούν για να αποθαρρύνουν τους πρόσφυγες

Οι επιφανείς Συντηρητικοί θεωρούν ανοιχτά τις αυτοαποκαλούμενες «αυστηρές αλλά δίκαιες» μεταναστευτικές πολιτικές της Ελλάδας ως μοντέλο προς μίμηση. Η πρώην υπουργός Εσωτερικών Πρίτι Πατέλ είπε στους βουλευτές τον Μάρτιο ότι «δεν θα βρισκόμασταν σε αυτήν την τρέχουσα κατάσταση» αν της επιτρεπόταν να αντιγράψει τα «Ελληνικού τύπου κέντρα υποδοχής».

Το ενδιαφέρον των Βρετανών για το ελληνικό μοντέλο χρονολογείται από τον Μάιο του 2021, όταν ο πρώην υπουργός Μετανάστευσης Κρις Φιλπ έκανε ένα «επείγον» -όπως το αποκαλούσαν εσωτερικά έγγραφα που είδε η Guardian- στην Ελλάδα. Ακολούθησε μια επίσημη επίσκεψη του Patel τον Αύγουστο του 2021, ο οποίος περιόδευσε σε ένα νεόκτιστο ελληνικό στρατόπεδο, βγήκε σε περιπολία με την ελληνική ακτοφυλακή και μίλησε για «στενή συνεργασία με Έλληνες εταίρους» για τη μετανάστευση.

Το νομοσχέδιο για την παράνομη μετανάστευση που περνάει από το κοινοβούλιο έχει δηλωμένο σκοπό να αποτρέψει τους αιτούντες άσυλο που εισέρχονται στο Ηνωμένο Βασίλειο «παράνομα» και «μέσω ασφαλών χωρών» εν μέρει αφαιρώντας το δικαίωμα ασύλου – για όσους φτάνουν με μικρά σκάφη, για παράδειγμα. Οι απόηχοι της ελληνικής πολιτικής είναι εμφανείς στο νομοσχέδιο και στη συζήτηση γύρω από αυτό – και ενώ η νομιμότητα και η αποτελεσματικότητά τους είναι αμφισβητήσιμες, η πολιτική τους λογική είναι σαφής. Οι Συντηρητικοί και η ελληνική κεντροδεξιά κυβέρνηση, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με εκλογές τον Μάιο, στοιχηματίζει στις σκληρές μεταναστευτικές πολιτικές για την απόκτηση ψήφων.

Ως δύο ανταποκριτές που καλύπτουν τη μετανάστευση στην Ελλάδα για χρόνια, έχουμε γίνει μάρτυρες των νομικών, ηθικών και πολιτικών προεκτάσεων των νόμων και των πολιτικών που εφαρμόζονται ήδη στην Ελλάδα και τώρα συζητούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Αυτές περιλαμβάνουν τη χρήση στρατιωτικών βάσεων που δεν χρησιμοποιούνται για τη στέγαση αιτούντων άσυλο. Ο υπουργός Μετανάστευσης Ρόμπερτ Τζένρικ χαρακτήρισε πρόσφατα αυτή την πρακτική «επιτυχία» στην Ελλάδα. Αυτό μπορεί να αποτελεί έκπληξη ​​για τις ελληνικές αρχές, οι οποίες αναγνώρισαν τις απάνθρωπες συνθήκες σε τοποθεσίες όπως το διαβόητο στρατόπεδο της Μόρια στη Λέσβο, ένα πρώην στρατόπεδο που κάηκε ολοσχερώς τον Σεπτέμβριο του 2020.

Και στις δύο χώρες υπάρχει ένα πέπλο ανθρωπισμού που δικαιολογεί σκληρές πολιτικές. Το Υπουργείο Εσωτερικών (σσ: του Ηνωμένου Βασιλείου) και η ελληνική κυβέρνηση δηλώνουν ότι οι πολιτικές τους στοχεύουν στην προστασία των ζωών που κινδυνεύουν από διελεύσεις με αδύναμα σκάφη.

Όμως, ενώ τέτοια ταξίδια είναι αναμφισβήτητα επικίνδυνα και συχνά αποδεικνύονται θανατηφόρα, «το να σταματήσεις τις βάρκες» δεν σημαίνει απαραίτητα ότι σώζονται ζωές. Στην Ελλάδα, 326 αιτούντες άσυλο καταγράφηκαν ως νεκροί ή αγνοούμενοι από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες το 2022, έτος με λιγότερες από 20.000 αφίξεις. Ο θάνατος και η εξαφάνιση ήταν 20 φορές πιο πιθανά το 2022 σε σύγκριση με την κορύφωση των αφίξεων προσφύγων το 2015.

Οι «επαναπροωθήσεις», μια άλλη αποτρεπτική πρακτική στα ελληνικά σύνορα που είναι καλά τεκμηριωμένη αλλά διαψεύδεται σταθερά από τις αρχές της Αθήνας, εξετάστηκε σοβαρά και εξακολουθεί να έχει υποστηρικτές στη Βουλή των Κοινοτήτων. Και οι δύο ερευνήσαμε και αναφέραμε επαρκώς τεκμηριωμένες περιπτώσεις αξιωματικών που έστελναν άμεσα και παράνομα αιτούντες άσυλο πίσω στην Τουρκία, τεκμηριώνοντας πώς η ελληνική ακτοφυλακή αφήνει συνήθως ανθρώπους στη θάλασσα σε σχεδίες χωρίς μηχανές.

Η αντιμετώπιση της επικερδούς λαθρεμπορίας τίθεται στην κορυφή της ατζέντας του Υπουργείου Εσωτερικών στο νέο νομοσχέδιο, αλλά η ελληνική εμπειρία είναι και πάλι ενδεικτική. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η αυξημένη αποτροπή (σσ: της μετανάστευσης) συνήθως κάνει τους ανθρώπους πιο απελπισμένους – και ενισχύει τα περιθώρια κέρδους των λαθρεμπόρων.

Υπήρξε μια αυξανόμενη τάση σκαφών να προσπαθούν να παρακάμψουν την Ελλάδα ακολουθώντας τον, πολύ πιο επικίνδυνο, θαλάσσιο δρόμο προς την Ιταλία, και δύο πρόσφατα διαδοχικά ναυάγια στοίχισαν δεκάδες ζωές. Σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα που έχουμε δει, οι λαθρέμποροι χρεώνουν κάθε άτομο έως και 9.000 ευρώ (7.900 βρετανικές λίρες) για αυτές τις πιο επικίνδυνες διαδρομές σε μη αξιόπλοα πλοία που συχνά μεταφέρουν έως και 100 άτομα.

Τα στοιχεία από την Ελλάδα υποδηλώνουν περαιτέρω ότι οι σκληρές μεταναστευτικές πολιτικές δεν αποθαρρύνουν στην πραγματικότητα τους ανθρώπους – ένας άλλος διακηρυγμένος στόχος του νομοσχεδίου του Ηνωμένου Βασιλείου. Σύμφωνα με τον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, 250.000 διελεύσεις είχαν «αποτραπεί» στα χερσαία σύνορα με την Τουρκία τα προηγούμενα χρόνια, παρόλο που οι υποψήφιοι αιτούντες άσυλο γνωρίζουν ότι είναι πιθανό να στερηθούν τα νόμιμα δικαιώματά τους, να υποστούν βία και τελικά να καταλήξουν στην Τουρκία.

Εν τω μεταξύ, οι «νόμιμες, ασφαλείς διαδρομές» όπως χαρακτηρίζονται από το Λονδίνο και την Αθήνα είναι συχνά περιορισμένες ή ανύπαρκτες. Δεν υπάρχει ευκαιρία, για παράδειγμα, ένας Σύρος που κινδυνεύει στην Τουρκία –που έχει χαρακτηριστεί «ασφαλής τρίτη χώρα» από την Αθήνα– να ζητήσει προστασία σε ελληνικό προξενείο, αφού πρέπει να βρίσκεται εντός Ελλάδος για να υποβάλει αίτηση ασύλου.

Το Ηνωμένο Βασίλειο επίσης δεν προβλέπει τη διεκδίκηση ασύλου από το εξωτερικό. Ενώ ορισμένοι πολιτικοί από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ελλάδα επιμένουν ότι οι αιτούντες άσυλο (σσ: πρέπει να) ζητούν προστασία στην «πρώτη ασφαλή χώρα» που φτάνουν, νομικοί εμπειρογνώμονες έχουν επισημάνει ότι δεν υπάρχει καμία υποχρέωση –και συχνά καμία ευκαιρία– να το κάνουν. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η Τουρκία έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι ασφαλής, κυρίως λόγω των τακτικών αναγκαστικών επαναπροωθήσεων προσφύγων στη Συρία.

Οι τακτικές επιστροφές, επίσης σημαντικές για το νομοσχέδιο του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι εμφανώς δύσκολο να επιβληθούν. Με τη Γαλλία δεν υπάρχει τέτοια συμφωνία, πράγμα που θα μπορούσε να σημαίνει ότι χιλιάδες άνθρωποι παραμένουν εγκλωβισμένοι στο Ηνωμένο Βασίλειο σε ένα νομικό κενό. Στην περίπτωση της Ελλάδας, παρόλο που η Τουρκία είναι θεωρητικά υποχρεωμένη να δέχεται πίσω μετανάστες που φτάνουν στα ελληνικά νησιά βάσει συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας από το 2016, η Άγκυρα δεν έχει δεχτεί ούτε έναν από τον Μάρτιο του 2020.

Ούτε τα οικονομικά στοιχεία υποδεικνύουν ότι η διαδικασία είναι οικονομικά αποδοτική – ορισμένες εκτιμήσεις για το Ηνωμένο Βασίλειο δείχνουν ότι το νομοσχέδιο θα κόστιζε δισεκατομμύρια λίρες. Στην Ελλάδα, ο αριθμός των αιτούντων άσυλο έχει μειωθεί, αλλά το κόστος αποτροπής παραμένει υψηλό – εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ από τα χρήματα των φορολογουμένων Ελλήνων και Ευρωπαίων δαπανώνται σε είδη όπως νέα σκάφη για την ακτοφυλακή, πρόσληψη περισσότερων συνοριοφυλάκων, νέα στρατόπεδα ή επέκταση του τείχος στα χερσαία σύνορα με την Τουρκία, ένα έργο που η ΕΕ αρνείται να χρηματοδοτήσει, αποκαλώντας το «άσκοπο… βραχυπρόθεσμο μέτρο».

Το «Stoping the boats» είναι η de facto πολιτική στην Ελλάδα, αλλά το ελληνικό παράδειγμα που διαφημίζουν πολιτικοί στο Λονδίνο αποκαλύπτει τις νομικές, πρακτικές, οικονομικές και ηθικές παγίδες μιας πολιτικής που καθιστά την αποτροπή (σσ: της μετανάστευσης) πρωταρχικό στόχο της.

Όπως αναφέρει ο τίτλος του άρθρου της Guardian, ενώ οι δημοσιογράφοι αναγνωρίζουν το γεγονός πως οι Βρετανοί Συντηρητικοί υποστηρίζουν τη μεταναστευτική πολιτική της Ελλάδας, τονίζουν πως αυτή θα έπρεπε να εκληφθεί ως προειδοποίηση και όχι ως παράδειγμα.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι συγγραφείς του άρθρου της βρετανικής εφημερίδας παραθέτουν ορισμένα παραδείγματα νομικών, πρακτικών, οικονομικών αλλά και ηθικών προβλημάτων που ενέχει η πολιτική της αποτροπής (deterrence), προβλήματα που, σύμφωνα με τους ίδιους, επηρεάζουν αρνητικά την αποτελεσματικότητά της και εντείνουν τους κινδύνους του μεταναστευτικού ζητήματος, ενισχύοντας το περιθώριο κέρδους των διακινητών και θέτοντας ανθρώπινες ζωές σε κίνδυνο.

Σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του ελληνικού δημοσιεύματος περί «αποτελεσματικής διαχείρισης», οι συγγραφείς του άρθρου της Guardian χαρακτηρίζουν την τωρινή μεταναστευτική πολιτική ως αναποτελεσματική, καθώς θεωρούν πως αφενός αποτυγχάνει να αποθαρρύνει τη μετανάστευση, αφετέρου διότι το οικονομικό κόστος παραμένει υψηλό.

Συμπέρασμα

Σε αντίθεση με τα όσα υποστηρίζει το υπό εξέταση δημοσίευμα, τo άρθρο της εφημερίδας Guardian δεν μιλά για αποτελεσματική διαχείριση του μεταναστευτικού προβλήματος στην Ελλάδα. Αντιθέτως, οι συγγραφείς του χαρακτηρίζουν τη μεταναστευτική πολιτική της Ελλάδας ως αναποτελεσματική, διότι θεωρούν πως αποτυγχάνει να αποθαρρύνει τη μετανάστευση και διατηρεί υψηλό οικονομικό κόστος, ενώ σημειώνουν πως αυτή θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως προειδοποίηση. Το άρθρο τονίζει ακόμα κάποια από τα νομικά, πρακτικά, οικονομικά, και ηθικά προβλήματα που ενέχει η μεταναστευτική πολιτική της χώρας μας και σημειώνει πως σύμφωνα με την ιστορία, η πολιτική της αποτροπής καθώς και οι σκληρές συνθήκες δεν λειτουργούν αποθαρρυντικά εναντίον της μετανάστευσης.

Fact Checker Logo

Έλεγχος γεγονότων, Πολιτική

Συγγραφέας: Αντώνης Παπαθανασίου

Αρχικά δημοσιεύτηκε εδώ.