Καθώς η Ελλάδα προετοιμάζεται για τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου 2024, αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης υποβάθμιζαν τη σημασία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, υποστηρίζοντας ότι είναι ανίσχυρο και απλώς «διακοσμητικό». Ισχυρίστηκε επίσης ότι τα μέλη του κοινοβουλίου λαμβάνουν τεράστιους μισθούς ύψους τουλάχιστον 25.000 ευρώ το μήνα. Όμως οι ισχυρισμοί αυτοί είναι παραπλανητικοί. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει κεντρικό ρόλο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα που κυμαίνονται από τη γεωργία έως τον προϋπολογισμό. Οι ευρωβουλευτές του είναι σημαντικοί εκπρόσωποι των χωρών και των κομμάτων τους σε αυτή τη διαδικασία. Και ενώ λαμβάνουν αμοιβή και παροχές, η κατ’ αποκοπή αμοιβή για έναν απλό ευρωβουλευτή δεν είναι τόσο υψηλή όσο υποστηρίζεται.
Οι κάτοικοι της ΕΕ εκλέγουν 720 μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις κάλπες της 6ης έως 9ης Ιουνίου. Οι περισσότερες από τις 27 χώρες μέλη της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, ψηφίζουν στις 9 Ιουνίου, ενώ τα προβλεπόμενα συνολικά αποτελέσματα θα ανακοινωθούν αργά το βράδυ της ίδιας ημέρας.
Εν μέσω ανησυχιών για υψηλό ποσοστό αποχής από τις κάλπες, αυτή η ανάρτηση στο Facebook προσπάθησε να υποβαθμίσει τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. «Εκλεγούμε την Κυριακή τους Ευρωβουλευτές. Ποιές αρμοδιότητες έχουν (αν έχουν) όμως αυτοί; Ουσιαστικώς ο ρόλος τους είναι διακοσμητικός, δεδομένου ότι για τα πάντα αποφασίζει η ΚΟΜΙΣΙΟΝ (Ευρωπαϊκή Επιτροπή)», ανέφερε η ανάρτηση στις 6 Ιουνίου 2024.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ο εκτελεστικός βραχίονας της ΕΕ, ενώ οι υποψήφιοι επιλέγονται ξεχωριστά από τις 27 εθνικές κυβερνήσεις της ΕΕ. Επικεφαλής της είναι ένας πρόεδρος, επί του παρόντος η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Αυτή η ανάρτηση στο Facebook αναφέρει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο περιορίζεται στο να «γνωμοδοτεί» για θέματα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της νομοθεσίας.
Ωστόσο, οι ισχυρισμοί αυτοί είναι παραπλανητικοί.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει κεντρικό ρόλο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης νομοθεσίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορεί απαραίτητα να λάβει αποφάσεις χωρίς την έγκριση του Κοινοβουλίου. Επιπλέον, οι μισθοί των ευρωβουλευτών δεν είναι τόσο υψηλοί, αν και το θέμα παραμένει αμφιλεγόμενο, όπως εξήγησε στο AFP ειδικός σε θέματα Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στιγμιότυπο της παραπλανητικής ανάρτησης στο Facebook. Λήψη εικόνας: 08/06/2024
Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Το κοινοβούλιο είναι το μόνο θεσμικό όργανο της ΕΕ που εκλέγεται απευθείας από τους Ευρωπαίους πολίτες, αναφέρει αυτό το επεξηγηματικό άρθρο του AFP. Τα μέλη του (ευρωβουλευτές) είναι υπεύθυνα για την υιοθέτηση νόμων για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως οι εμπορικές συμφωνίες, η ενέργεια, το περιβάλλον, η μετανάστευση και ο προϋπολογισμός του μπλοκ, μεταξύ άλλων. Οι νομοθέτες διαπραγματεύονται τα κείμενα με τα κράτη μέλη πριν από την τελική έγκριση.
Ο ιστότοπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δείχνει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει 3 κύριους ρόλους, (αρχειοθετημένο εδώ). Αυτοί είναι οι εξής:
- νομοθετικός, στο πλαίσιο του οποίου μπορεί να αποδεχθεί ή να απορρίψει νόμους με το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
- εποπτικός, συμπεριλαμβανομένου της άσκησης δημοκρατικού ελέγχου σε όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ,
- δημοσιονομικός, συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού και της έγκρισης του προϋπολογισμού της ΕΕ.
Γράφημα του AFP που εξηγεί πώς λειτουργεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. – AFP
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν έχει την αρμοδιότητα να δρομολογεί νομοθετικές ρυθμίσεις, η οποία ανήκει στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μπορεί όμως να ζητήσει από την Επιτροπή να δρομολογήσει νομοθεσία, όπως εξηγεί το βίντεο του AFP εδώ, στα αγγλικά:
Η Λόλα Άβριλ, ερευνήτρια πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Φινλανδίας, δήλωσε στο AFP στις 8 Ιουνίου 2024 ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απέχει πολύ από το να είναι «διακοσμητικό».
«Αντιθέτως, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι συννομοθέτης, πράγμα που σημαίνει ότι έχει εξουσία ίση με εκείνη του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για παράδειγμα, και μπορεί πάνω απ’ όλα να αποδεχθεί ή να απορρίψει νόμους που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή», είπε.
Στο Συμβούλιο της ΕΕ συναντώνται οι υπουργοί της κυβέρνησης κάθε χώρας της ΕΕ για να συζητήσουν, να τροποποιήσουν και να εγκρίνουν νόμους και να συντονίσουν τις πολιτικές. Μαζί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο είναι το κύριο όργανο λήψης αποφάσεων της ΕΕ (αρχειοθετημένο εδώ).
Η Αβρίλ εξήγησε ότι ήταν η Συνθήκη της Λισαβόνας που έδωσε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο περισσότερες νομοθετικές εξουσίες και το έθεσε σε ισότιμη βάση με το Συμβούλιο Υπουργών (Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης) όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τις ευρωπαϊκές πολιτικές και τον τρόπο χρήσης του προϋπολογισμού της.
Η συνθήκη, η οποία τέθηκε σε ισχύ στα τέλη του 2009, επέκτεινε τις πλήρεις νομοθετικές εξουσίες του Κοινοβουλίου σε περισσότερους από 40 νέους τομείς, όπως η γεωργία, η ενεργειακή ασφάλεια, η μετανάστευση, η δικαιοσύνη και τα ταμεία της ΕΕ. Έδωσε στους ευρωβουλευτές το δικαίωμα να απορρίπτουν διεθνείς συμφωνίες και να εκλέγουν επίσης τον πρόεδρο της Επιτροπής, αναφέρει ο ιστότοπος του Κοινοβουλίου της ΕΕ.
«Όλες οι σημαντικές νομοθετικές πράξεις, όπως ο κανονισμός για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA), δεν θα μπορούσαν να τεθούν σε ισχύ χωρίς την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπάρχουν μόνο λίγοι τομείς στους οποίους το κοινοβούλιο δεν χει λόγο, όπως η εξωτερική πολιτική της ΕΕ», δήλωσε ο Αβρίλ. Το DSA θεσπίζει μια σειρά κανόνων για να καταστήσει τις ψηφιακές πλατφόρμες περισσότερο υπεύθυνες και να καταπολεμήσει τη διανομή παράνομου ή επιβλαβούς περιεχομένου ή παράνομων προϊόντων, όπως ρατσιστικές επιθέσεις, παραπληροφόρηση και παιδική πορνογραφία.
Επίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή λογοδοτεί δημοκρατικά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πρέπει να υποβάλλει τακτικές εκθέσεις σε αυτό. Οι ευρωβουλευτές μπορούν επίσης να εγκρίνουν ή να απολύσουν ολόκληρη τη διοικητική ομάδα της Επιτροπής.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποβάλλεται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στο διορισμό των στελεχών της ΕΕ στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Κάθε πέντε χρόνια, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – το οποίο αποτελείται από τους δημοκρατικά εκλεγμένους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων κάθε κράτους μέλους της ΕΕ – προτείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έναν υποψήφιο για την προεδρία της Επιτροπής (αρχειοθετημένο εδώ).
Η απόφαση αυτή βασίζεται στην πολιτική σύνθεση του Κοινοβουλίου, μετά τις ευρωεκλογές. Κατά γενικό κανόνα, ο υποψήφιος επιλέγεται από τη μεγαλύτερη πολιτική οικογένεια του Κοινοβουλίου. Ο υποψήφιος εκλέγεται μόνο εάν υποστηρίζεται από την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του Κοινοβουλίου.
Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος της Επιτροπής καταρτίζει κατάλογο των Επιτρόπων, με βάση τις προτάσεις των χωρών της ΕΕ. Ο κατάλογος αυτός πρέπει να εγκριθεί από όλους τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ.
Κάθε υποψήφιος πρέπει να εμφανιστεί ενώπιον κοινοβουλευτικής επιτροπής, η οποία είναι αρμόδια για το χαρτοφυλάκιό του. Στη συνέχεια θα αποφασίσουν για την καταλληλότητα του υποψηφίου για τη θέση. Μόλις γίνουν δεκτοί και οι 27 υποψήφιοι, το Κοινοβούλιο στο σύνολό του ψηφίζει για την έγκριση ή μη ολόκληρης της ομάδας.
Οι Επίτροποι δεν υπερασπίζονται τα συμφέροντα της χώρας προέλευσης, αλλά εκείνα της ΕΕ στο σύνολό της, όπως εξηγείται στο βίντεο του AFP εδώ:
«Οι κοινοβουλευτικές επιτροπές που θα ακούσουν τους Επιτρόπους είναι αρκετά σκληρές και αυστηρές και το κοινοβούλιο έχει αυτή τη δύναμη ελέγχου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», δήλωσε η Αβρίλ στο AFP.
Η ερευνήτρια επισημαίνει επίσης ότι οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι 27 επίτροποι πρέπει να λαμβάνονται συλλογικά. Αυτό εγγυάται την ανεξαρτησία του θεσμού (αρχειοθετημένο εδώ).
Το ζήτημα του εισοδήματος
Αυτές οι αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης υποστηρίζουν ότι ένας ευρωβουλευτής κερδίζει κατά μέσο όρο 25.000 ευρώ το μήνα. Αυτό δεν είναι σωστό, σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία αναφέρει ότι ο μηνιαίος μισθός ενός ευρωβουλευτή είναι 10.075 ευρώ μεικτά και 7.853 ευρώ καθαρά, «μετά την αφαίρεση των φόρων της ΕΕ και των ασφαλιστικών εισφορών» (αρχειοθετημένο εδώ).
Ο ιστότοπος επισημαίνει, ωστόσο, ότι τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν πρόσθετες εθνικές εισφορές και ότι τα τελικά ποσά εξαρτώνται από το φορολογικό σύστημα της χώρας προέλευσης του ευρωβουλευτή.
Όπως και τα μέλη των εθνικών κοινοβουλίων, οι ευρωβουλευτές λαμβάνουν επίσης ορισμένα επιδόματα, για παράδειγμα, για «γενικές δαπάνες» και για ταξίδια, εξηγείται στον ιστότοπο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Και ορισμένοι έχουν επίσης παρεπόμενες δραστηριότητες «και μπορεί να λαμβάνουν πρόσθετο εισόδημα», δήλωσε η Αβρίλ.
Δευτερεύουσες θέσεις εργασίας και σύγκρουση συμφερόντων;
Σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 2024 από τη Διεθνή Διαφάνεια (αρχειοθετημένη εδώ), ένας στους τέσσερις βουλευτές έχει αμειβόμενη δευτερεύουσα εργασία και συνολικά το ετήσιο δευτερεύον εισόδημα των βουλευτών ανέρχεται στο σημαντικό ποσό των 8.707.651,81 ευρώ ετησίως.
«Αυτό ανοίγει μια σειρά κινδύνων σύγκρουσης συμφερόντων. Πώς μπορούν οι Ευρωπαίοι πολίτες να είναι σίγουροι ότι οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποί τους ενεργούν προς το δημόσιο συμφέρον, αν είναι συμβεβλημένοι με εξωτερικές εταιρείες;», δήλωσε η ΜΚΟ. «Στην πραγματικότητα, ορισμένοι ευρωβουλευτές λαμβάνουν αμοιβή από εταιρείες, ενώ παράλληλα ασκούν κοινοβουλευτική δραστηριότητα που επικεντρώνεται στον ίδιο τομέα με τις εταιρείες αυτές», ανέφερε, ζητώντας αυστηρότερους ελέγχους.
Η έκθεση δημοσιεύθηκε μετά τους ισχυρισμούς των μυστικών υπηρεσιών της Τσεχικής Δημοκρατίας τον Μάρτιο του 2024 ότι διαπίστωσε ότι οι ευρωβουλευτές έπαιρναν χρήματα για να διαδώσουν την προπαγάνδα του Κρεμλίνου ενόψει των εκλογών της ΕΕ τον Ιούνιο. Το Βέλγιο, ως έδρα των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, έχει ξεκινήσει έρευνα.
Στο σκάνδαλο «Qatargate» που ξέσπασε το 2022, υποστηρίχθηκε ότι το Κατάρ και το Μαρόκο προσπάθησαν να αγοράσουν επιρροή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους, μεταξύ άλλων για να προσπαθήσουν να αμβλύνουν την κριτική της ΕΕ για το ιστορικό του Κατάρ όσον αφορά τα εργασιακά δικαιώματα ενόψει του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2022 και για το ιστορικό του Μαρόκου όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Και οι δύο χώρες απέρριψαν τους ισχυρισμούς.
Βασικό πρόσωπο στο σκάνδαλο ήταν η Ελληνίδα ευρωβουλευτής Εύα Καϊλή, τότε μέλος του κόμματος ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, η οποία ήταν μία από τους τέσσερις υπόπτους που συνελήφθησαν για την υπόθεση. Διαμαρτυρήθηκε για την αθωότητά της καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνας.
Ένα λευκό έγγραφο που δημοσιεύθηκε από τη γαλλική δεξαμενή σκέψης Observatoire de l’Ethique Publique (OEP) στις 7 Δεκεμβρίου 2023 και έχει τίτλο «Ένα χρόνο μετά το Qatargate, πώς μπορούμε να προστατεύσουμε καλύτερα την Ευρωπαϊκή Ένωση από τις συγκρούσεις συμφερόντων και τη διαφθορά;» (αρχειοθετημένο εδώ) αναφέρει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν κενά στη ρύθμιση των παράλληλων δραστηριοτήτων των ευρωβουλευτών.
«Οι κανόνες είναι πολύ ελαστικοί για τους ευρωβουλευτές και δεν υπάρχει καταρχήν απαγόρευση της επικάλυψης», αναφέρεται στο έγγραφο στα γαλλικά (αρχειοθετημένο εδώ). Η Αβρίλ συμμετείχε στο έγγραφο.