Από τα μέσα Δεκεμβρίου του 2023, δημοσιεύματα σε ιστότοπους καθώς και αναρτήσεις στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης προβάλλουν τον ισχυρισμό πως, σύμφωνα με νέα μελέτη η οποία μάλιστα έχει αξιολογηθεί από ομότιμους (peer review), οι κεραίες κινητής τηλεφωνίας 5G προκαλούν πλήθος προβλημάτων υγείας στα παιδιά. Όπως θα δούμε στη συνέχεια όμως, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός είναι παραπλανητικός.
Παραδείγματα: anazitiseis.gr, katohika.gr, primenews.press, attikanea.info
Παραδείγματα αναρτήσεων στο Facebook:
Στα υπό εξέταση δημοσιεύματα διαβάζουμε τα εξής:
Οι κεραίες 5G προκαλούν πονοκεφάλους, πόνους στο στομάχι και διαταραχές ύπνου στα παιδιά
Αξίζει να αναφέρουμε πως μια έρευνα που έχει εξεταστεί απο ομότιμους, σημαίνει πως είναι μια τεκμηριωμένη επιστημονική έρευνα και δεν έχει κανένας δικαίωμα να την λογοκρίνει. κάτι που έχουν κάνει επανειλημμένα οι λεγόμενοι Fact chekers που στη δική μας περίπτωση είναι τα ellinika hoaxes.
Η τεκμηριωμένη λοιπόν έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Annals of Clinical and Medical Case Reports, αποκαλύπτει πως τα παραπάνω συμπτώματα ερευνήθηκαν στα μέλη μιας οικογένειας που ζούσε δίπλα σε κεράιες 5G, και αφού έφυγαν από το εξοχικό και επέστρεψαν στο κανονικό τους σπίτι, το οποίο δεν βρίσκεται κοντά σε κεραίες 5G και τα συμπτώματα υποχώρησαν γρήγορα.
Για τη μελέτη του εξοχικού σπιτιού, ζητήθηκε από την οικογένεια να συμπληρώσει ένα ερωτηματολόγιο μετά την επίσκεψή τους σχετικά με τα συμπτώματα που υπέστησαν οι ίδιοι και τα παιδιά τους κατά τη διάρκεια των διακοπών τους. Τους ζητήθηκε να κατατάξουν τη σοβαρότητα κάθε συμπτώματος σε μια κλίμακα από το ένα έως το 10.
Και τα τρία παιδιά, ηλικίας τεσσάρων, έξι και οκτώ, ανέφεραν ότι είχαν προβλήματα με τον ύπνο και υπέφεραν απο συναισθηματικά συμπτώματα που περιελάμβαναν «ευερεθιστότητα» και «συναισθηματικές αλλαγές», τα οποία και τα δύο κατατάχθηκαν στο επίπεδο 10, που είναι το υψηλότερο επίπεδο.
«Δύο από τα παιδιά παρουσίασαν διάρροια, πόνο στο στομάχι και πονοκέφαλο που βαθμολογείται μεταξύ 8 και 3 στην κλίμακα σοβαρότητας», αναφέρει η μελέτη. «Το παιδί ηλικίας 6 ετών που δεν έπαθε πόνο στο στομάχι και διάρροια, παρουσίασε δερματικά εξανθήματα με βαθμό 8 στην κλίμακα σοβαρότητας».
«Τα συμπτώματα εμφανίστηκαν αμέσως κατά την άφιξη στο εξοχικό και εξαφανίστηκαν αφού επέστρεψαν στο σπίτι, όπου τα επίπεδα ακτινοβολίας ήταν σημαντικά χαμηλότερα».
Το 5G είναι ένας αργός θάνατος για τους ανθρώπους;
Ο Δρ Lennart Hardell, κορυφαίος επιστήμονας για τους κινδύνους καρκίνου από την ακτινοβολία, και η Mona Nilsson συνέταξαν τη δική τους έκθεση σχετικά με το πώς το 5G και πως αυτό επηρεάζει την υγεία των μικρών παιδιών, με τον Hardell, ογκολόγο και επιδημιολόγο, να λέει στο The Defender τα εξής:
“Είναι ευρέως γνωστό στην ιατρική ότι τα παιδιά είναι πιο ευαίσθητα στους τοξικούς παράγοντες από τους ενήλικες. Επιπλέον, έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής, οπότε μπορεί να αναπτυχθούν χρόνια προβλήματα υγείας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.”
Σύμφωνα με τον Hardell, το 5G είναι ακόμα «μη δοκιμασμένο», πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει πολύ λίγη μελέτη για τις επιπτώσεις του στο μέλλον. Είναι σχεδόν σαν οι κυβερνητικές ρυθμιστικές αρχές να έδωσαν στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών σφραγίδα έγκρισης για την ασύρματη τεχνολογία χωρίς να έχουν προηγουμένως αποδείξει ότι είναι ασφαλής.
Η Miriam Eckenfels-Garcia, διευθύντρια του προγράμματος Ηλεκτρομαγνητικής Ακτινοβολίας & Ασύρματης Ακτινοβολίας για την Προστασία της Υγείας των Παιδιών (CHD), δήλωσε ότι η ανάπτυξη του 5G είναι «ένα άλλο παράδειγμα οικονομικών και βιομηχανικών συμφερόντων που υπερισχύουν της προστασίας της υγείας των παιδιών μας».
«Σε αυτήν την περίπτωση, βλέπουμε τις αρνητικές επιπτώσεις αυτής της τεχνολογίας στην υγεία και αντί να εφαρμόζουμε την αρχή της προφύλαξης έως ότου μπορέσουμε να προσδιορίσουμε το πλήρες εύρος των επιπτώσεων στην υγεία και το περιβάλλον, οι κυβερνητικές υπηρεσίες –που καταγράφονται από τη βιομηχανία – επιτρέπουν την εγκατάσταση 5G οπουδήποτε», είπε ο Έκενφελς-Γκαρσία στο The Defender.
“Το CHD κάνει ό,τι μπορεί για να ωθήσει ενάντια σε αυτήν την επικίνδυνη εξέλιξη μέσω δικαστικών αγωγών, εκπαίδευσης και υπεράσπισης και είμαστε ευγνώμονες σε επιστήμονες όπως ο Δρ. Χάρντελ και η Μόνα Νίλσον που έριξαν φως σε αυτές τις υποθέσεις.”
Απαντώντας στα ευρήματα, η Nilsson, η οποία διαχειρίζεται το Σουηδικό Ίδρυμα Ακτινοπροστασίας, είπε ότι τα βρίσκει «πολύ ανησυχητικά», προσθέτοντας ότι τα παιδιά αυτής της ηλικίας δεν θα πρέπει να υποφέρουν από τέτοια συμπτώματα, αν και είναι ολοένα και περισσότερο «αναμενόμενα απο τις επιπτώσεις επειδή συνεχώς αυξάνουμε την έκθεση στην ακτινοβολία RF».
Τι ισχύει
Προτού προχωρήσουμε, θα πρέπει να αναφέρουμε πως η δημοσίευση που επικαλούνται τα υπό εξέταση δημοσιεύματα, με τίτλο “Case Report: Both Parents and their Three Children Developed Symptoms of the Microwave Syndrome while on Holiday near a 5G Tower” δεν αποτελεί συλλογική κλινική έρευνα, με αντιπροσωπευτικό δείγμα συμμετεχόντων και με συγκριτική ανάλυση των δεδομένων της στο γενικό πληθυσμό. Όπως αναφέρεται και στον τίτλο της, αποτελεί απλώς case report ή αλλιώς αναφορά περίπτωσης.
Πρόκειται για μία ερευνητική μέθοδο η οποία δεν βασίζεται σε έναν πληθυσμό ή σε δείγμα πληθυσμού αλλά σε μεμονωμένες ή περιορισμένες περιπτώσεις, όπου οι επιστήμονες επικεντρώνονται συνήθως σε ένα συγκεκριμένο άτομο – σπανιότερα σε μια πολύ μικρή ομάδα ατόμων – και ερευνούν την κατάστασή του και τα δεδομένα που σχετίζονται με διάφορες μεταβλητές της, χωρίς απαραίτητα σκοπός τους να είναι η γενίκευση των ευρημάτων τους στο γενικότερο πληθυσμό.
Την εν λόγω αναφορά περίπτωσης μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Στη συγκεκριμένη αναφορά λοιπόν, γίνεται λόγος μόνο για μια οικογένεια πέντε ατόμων (δυο γονείς και τρία ανήλικα παιδιά ηλικίας 4, 6 και 8 ετών), τα ενήλικα μέλη της οποίας – οι δυο γονείς – ανέφεραν πως ανέπτυξαν συμπτώματα μιας πάθησης που ονομάζεται “microwave syndrome” κατά τη διάρκεια διακοπών, ενώ βρίσκονταν κοντά σε κεραία κινητής τηλεφωνίας 5G.
Τι είναι το Microwave Syndrome ή αλλιώς Ηλεκτρομαγνητική Yπερευαισθησία (EHS)
Ο όρος “microwave syndrome” (σύνδρομο μικροκυμάτων), γνωστός και ως “Εlectromagnetic Ηypersensitivity” (EHS) (στα Ελληνικά: Ηλεκτρομαγνητική Yπερευαισθησία) ή “Idiophatic Environmental Intolerance attributed to Εlectromagnetic Fields” (IEI-EMF) (στα Ελληνικά: Ιδιοπαθής Περιβαλλοντική Δυσανεξία που αποδίδεται σε Ηλεκτρομαγνητικά Πεδία) χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα ασαφές σύνολο συμπτωμάτων που κάποια άτομα αποδίδουν στην ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, κυρίως από κεραίες κινητής τηλεφωνίας, αλλά και από κάθε είδους τεχνολογία που εκπέμπει ηλεκτρομαγνητικά πεδία, όπως υπολογιστές, μπαταρίες κινητών τηλεφώνων και αυτοκινήτων, ακόμα και εγκαταστάσεις δημοσίων δικτύων ηλεκτρισμού, όπως πυλώνες ρεύματος και μετασχηματιστές.
Όπως αναφέρει σε ανασκόπησή του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, τα συμπτώματα που περιγράφονται από τους παθόντες ποικίλουν, με δερματολογικές παθήσεις, κόπωση, ζάλη, ναυτία, αίσθημα παλμών, πεπτικές διαταραχές και δυσκολίες συγκέντρωσης να αναφέρονται συχνότερα. Ωστόσο, όπως στην περίπτωση της υπό εξέταση έρευνας, έχουν αναφερθεί πληθώρα εξίσου μη-σχετικών συμπτωμάτων, όπως διαταραχές του ύπνου, διαταραχές του κιρκάδιου ρυθμού πονοκέφαλοι, ευερεθιστότητα, δύσπνοια, και δυσαισθησία.
Η ευρεία λίστα των συμπτωμάτων δεν συνδέεται με κάποιο αναγνωρισμένο σύνδρομο, ενώ αυτά δεν έχουν εμφανή τοξικολογική ή βιολογική βάση, καθιστώντας την ανεξάρτητη επαλήθευση τους αδύνατη. Παρ’ όλα αυτά, ο ΠΟΥ αναγνωρίζει πως τα συμπτώματα είναι σίγουρα αληθινά για τα άτομα που τα βιώνουν, και πως αυτά μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά την ποιότητα της ζωής τους. Ωστόσο, η εν λόγω πάθηση δεν έχει σαφή διαγνωστικά κριτήρια, δεν αποτελεί ιατρική διάγνωση και, με τις μέχρι τώρα έρευνες, δεν προκύπτει επιστημονική βάση για τη σύνδεση των συμπτωμάτων της με έκθεση σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία
Ενδεικτικά, μετα-ανάλυση που εξέτασε 17 μελέτες, με συνολικό αριθμό 1174 συμμετεχόντων, διαπίστωσε πως τα αποτελέσματα των μελετών δεν δείχνουν σημαντική επίδραση από τη βραχυπρόθεσμη έκθεση σε ραδιοσυχνότητες RF-EMF.
Επιπροσθέτως, έρευνα με τίτλο “Polluted places or polluted minds? An experimental sham-exposure study on background psychological factors of symptom formation in ‘Idiophatic Environmental Intolerance attributed to electromagnetic fields” επιχείρησε να καταγράψει τα συμπτώματα που βίωναν οι συμμετέχοντες κατά τη διάρκεια μηδενικής, χαμηλής, και υψηλής έκθεσης σε ηλεκτρομαγνητικές συχνότητες. Μεγάλο μέρος της συγκεκριμένης έρευνας βρίσκεται πίσω από paywall (ανάκτηση επί πληρωμή), αλλά μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ.
Σε αυτήν έλαβαν μέρος 40 προπτυχιακοί φοιτητές πανεπιστημίου, από τους οποίους ζητήθηκε να καθίσουν σε ειδικό κάθισμα τοποθετημένο πάνω από δύο μεγάλα ηλεκτρομαγνητικά πηνία, και να καταγράψουν τα συμπτώματα που βίωναν κατά τη διάρκεια μηδενικής, χαμηλής, και υψηλής έκθεσης σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία από τα εν λόγω πηνία.
Όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα, οι φοιτητές ανέφεραν σειρά συμπτωμάτων, μεταξύ αυτών ναυτία, ζαλάδα, πονοκεφάλους, αίσθημα παλμών, ευερεθιστότητα και θολή όραση:
Ωστόσο, όπως αναφέρει το κείμενο της έρευνας, στην πραγματικότητα οι φοιτητές ουδέποτε εκτέθηκαν σε πραγματικά ηλεκτρομαγνητικά πεδία:
Τα πηνία έμοιαζαν να συνδέονται με μια εντυπωσιακή παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, με χρωματιστά φώτα και πίνακα χειρισμού, αλλά στην πραγματικότητα δεν υπήρχε καμία πραγματική ηλεκτρική σύνδεση μεταξύ τους (δηλαδή δεν δημιουργήθηκε κανένα ηλεκτρομαγνητικό πεδίο).
Στα συμπεράσματά τους, οι ερευνητές ανέφεραν πως τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν ότι υπάρχει σημαντικό φαινόμενο nocebo σε αναφορές συμπτωμάτων που σχετίζονται με ηλεκτρομαγνητικά πεδία. Το EHS/IEI-EMF φαίνεται να σχηματίζεται μέσα από έναν φαύλο κύκλο ψυχοκοινωνικών παραγόντων, όπως η ενισχυμένη αντίληψη του κινδύνου και των προσδοκιών, η αυτοπαρακολούθηση, η σωματοποίηση και η σωματοαισθητηριακή ενίσχυση, η αιτιότητα και η εσφαλμένη απόδοση:
Ενώ οι άμεσες βιοφυσικές επιδράσεις του EMF και οι αλληλεπιδράσεις των βιοφυσικών και ψυχοκοινωνικών επιρροών δεν μπορούν να αποκλειστούν, τα αποτελέσματά μας επιβεβαιώνουν τον σημαντικό ρόλο του φαινομένου nocebo στη γένεση των συμπτωμάτων που αποδίδονται στα EMF. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για άτομα με αυξημένη τάση για σωματοποίηση και σωματοαισθητική ενίσχυση.
Ένα σημαντικό μέρος των παραπόνων υγιών ατόμων με διαφορετικούς βαθμούς IEI-EMF φαίνεται να προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από έναν φαύλο κύκλο ψυχοκοινωνικών παραγόντων. Οι πληροφορίες από τα μέσα ενημέρωσης και τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σχετικά με τους κινδύνους για την υγεία από τη ρύπανση των ΗΜΠ δημιουργούν αρνητικές προσδοκίες και ενισχύουν την αντίληψη του κινδύνου. Οι αυξημένες προσδοκίες και ο αντιληπτός κίνδυνος οδηγούν τους ανθρώπους να παρακολουθούν τον εαυτό τους και να αναζητούν συμπτώματα κατά τη διάρκεια της έκθεσης σε EMF. Τα άτομα με ισχυρότερη τάση σωματοποίησης έχουν ήδη περισσότερα συμπτώματα εκ των προτέρων, ενώ τα άτομα που είναι πιο επιρρεπή σε σωματοαισθητική ενίσχυση βιώνουν τα αναδυόμενα σωματικά συναισθήματα ως πιο ενοχλητικά. Και οι δύο διαθέσεις ενισχύουν την υποτιθέμενη αιτιώδη σχέση μεταξύ των συμπτωμάτων και της έκθεσης σε EMF (εσφαλμένη απόδοση) και, τέλος, αυτοί οι άνθρωποι αυτοχαρακτηρίζονται ως πάσχοντες από IEI-EMF, κάτι που, με τη σειρά του, τροφοδοτεί τα Mέσα για ιστορίες και προληπτικές συμβουλές κυβερνητικών οργανισμών.
Το φαινόμενο nocebo, σε αντίθεση με το φαινόμενο placebo όπου παρατηρούνται θετικές αλλαγές σε άτομα ή ασθενείς χωρίς τη λήψη θεραπείας, περιγράφει την εκδήλωση πραγματικών, αρνητικών συμπτωμάτων, ακόμα και όταν δεν υπάρχει έκθεση ή παρέμβαση, λόγω της πεποίθησης πως οι ασθενείς εκτίθενται σε παράγοντες που μπορούν να τους βλάψουν.
Επιπλέον μελέτη με τίτλο “Hypersensitivity symptoms associated with exposure to cellular telephones: no causal link” μέσω διπλά τυφλών πειραμάτων πρόκλησης, επιχείρησε να εξετάσει τη σύνδεση των συμπτωμάτων που βίωναν άτομα που δήλωναν πως έπασχαν από Ηλεκτρομαγνητική Υπερευαισθησία, με τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία που δημιουργούνται από συσκευές κινητών τηλεφώνων. Για τους σκοπούς της μελέτης, οι συμμετέχοντες εκτέθηκαν σε πραγματικά πεδία, με τη χρήση κανονικών τηλεφώνων, αλλά και σε ψεύτικα τηλέφωνα (ψευδής έκθεση) ώστε να διαπιστωθεί αν τα συμπτώματα προκαλούνται από την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία ή από την πεποίθηση των συμμετεχόντων πως εκτίθενται σε αυτή. Εν τέλει, αν και όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα της μελέτης τα συμπτώματα είναι αληθινά, δεν διαπιστώθηκε σύνδεση τους με την έκθεση σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία:
Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι αναφέρθηκαν διάφορα συμπτώματα και τα περισσότερα από αυτά εμφανίστηκαν στην περιοχή του κεφαλιού. Ωστόσο, ο αριθμός των συμπτωμάτων που αναφέρθηκαν ήταν υψηλότερος κατά τη διάρκεια ψευδούς έκθεσης από ό,τι κατά τη διάρκεια πραγματικών συνθηκών έκθεσης. Επιπλέον, κανένα από τα άτομα της δοκιμής δεν μπορούσε να διακρίνει την πραγματική έκθεση σε ραδιοσυχνότητες από την ψευδή έκθεση. Ως εκ τούτου, συμπεραίνουμε ότι τα δυσμενή υποκειμενικά συμπτώματα ή αισθήσεις, αν και αναμφισβήτητα γίνονται αντιληπτά από τα υποκείμενα της δοκιμής, δεν παράγονται από κινητά τηλέφωνα.
Μελέτη με τίτλο “Psychological factors associated with self-reported sensitivity to mobile phones” εξέτασε τα ψυχολογικά συμπτώματα καθώς και την ποιότητα ζωής σε άτομα που δήλωναν πως επηρεάζονται αρνητικά από ηλεκτρομαγνητικά πεδία. Σε αυτή συμμετείχαν 71 άτομα που ανέφεραν ευαισθησία στα κινητά τηλέφωνα καθώς και «ηλεκτροευαισθησία» και 60 άτομα που δεν δήλωναν ανάλογα συμπτώματα, ως ομάδα ελέγχου. Η μελέτη διαπίστωσε πως, ειδικά οι συμμετέχοντες που ανέφεραν «ηλεκτροευαισθησία», παρουσίαζαν επίσης υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης, μεγαλύτερες ανησυχίες για μολυσμένα τρόφιμα και τοξικές παρεμβάσεις, χειρότερη γενική υγεία σχεδόν σε κάθε επίπεδο και μεγαλύτερο αριθμό ιατρικά ανεξήγητων συνδρόμων, σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες από τις άλλες δύο ομάδες.
Μεταγενέστερη μελέτη, με τίτλο “Psychological symptoms and health-related quality of life in idiopathic environmental intolerance attributed to electromagnetic fields” διαπίστωσε σημαντικά υψηλότερες ενδείξεις ιδεοψυχαναγκαστικής συμπεριφοράς, διαπροσωπικής υπερευαισθησίας, εχθρότητας, φοβικού άγχους, καθώς και χαμηλότερες τιμές ποιότητας ζωής που σχετίζεται με την υγεία (Health-related quality of life) στην ομάδα ατόμων που δήλωνε πως πάσχει από EHS σε σύγκριση με την ομάδα αναφοράς. Τα αποτελέσματα αυτά, σύμφωνα με τους επιστήμονες, υποδηλώνουν πως το EHS σχετίζεται με διαφόρων ειδών ψυχολογικά συμπτώματα αλλά και με χαμηλότερη ποιότητα ζωής σχετιζόμενη με την υγεία.
Τι ισχύει για το περιοδικό όπου δημοσιεύτηκε η εξεταζόμενη αναφορά περίπτωσης
Προτού εξετάσουμε το περιεχόμενο της αναφοράς περίπτωσης, είναι σκόπιμο να αναφέρουμε πως αυτή δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Annals of Clinical and Medical Case Reports. Tο εν λόγω περιοδικό έχει κατηγορηθεί πως αποτελεί predatory journal. Πρόκειται για περιοδικά με χαμηλή ή μηδενική επιστημονική εγκυρότητα, τα οποία, ενώ παρουσιάζονται ως επιστημονικά, στην πραγματικότητα δημοσιεύουν επί πληρωμή μαζικά μελέτες χωρίς έλεγχο ποιότητας, με σκοπό το κέρδος. Αντίθετα με τους ισχυρισμούς των υπό εξέταση δημοσιευμάτων, οι δημοσιεύσεις γίνονται χωρίς κανένα έλεγχο από ομότιμους (peer-review).
Τον Δεκέμβριο του 2021 το Annals of Clinical and Medical Case Reports εντάχθηκε σε ενημέρωση της λίστας Beall, μιας λίστας που συντηρείται από τον βιβλιοθηκονόμο του Πανεπιστημίου του Κολοράντο, Jeffrey Beall και καταγράφει πιθανά predatory journals και τους εκδότες τους.
Επιπροσθέτως, το συγκεκριμένο περιοδικό καταγράφεται σε δημοσίευση με τίτλο “Predatory publishing solicitation: a review of a single surgeon’s inbox and implications for information technology resources at an organizational level” όπου εμφανίζεται σε λίστα πάνω από 40 εκδοτών και πάνω από 140 περιοδικών που μέσω ηλεκτρονικού ψαρέματος (phishing) αναζητούσαν υποβολές δημοσιεύσεων:
Τέλος, το Annals of Clinical and Medical Case Reports κατά το παρελθόν υποστήριζε πως έχει ενταχθεί στο Directory of Open Access Journals (DOAJ), που διατηρείται από την Infrastructure Services for Open Access. Πρόκειται για μια λίστα επιστημονικών περιοδικών ανοιχτής πρόσβασης με υψηλά πρότυπα ποιότητας, με άσκηση αξιολόγησης από ομοτίμους ή με έλεγχο της ποιότητας σύνταξης. Ωστόσο, η ίδια η ιστοσελίδα του DOAJ καταγράφει το Annals of Clinical and Medical Case Reports ως ένα από τα περιοδικά που ψευδώς ανέφεραν πως βρίσκονταν στη λίστα του:
Η επίμαχη αναφορά περίπτωσης
Η αναφορά περίπτωσης που επικαλούνται τα υπό εξέταση δημοσιεύματα διεξήχθη από το Swedish Radiation Protection Foundation, ένα ιδιωτικό ίδρυμα το οποίο είναι γνωστό για εκστρατείες παραπληροφόρησης στις οποίες έχει προβεί στο παρελθόν σχετικά με την επίδραση της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας στον άνθρωπο. Γι’ αυτό το λόγο, η Föreningen Vetenskap och Folkbildning (Swedish Skeptics Association) το 2013 «βράβευσε» το εν λόγω ίδρυμα με το βραβείο «Παραπλανητής της Χρονιάς»:
Το Radiation Protection Foundation είναι ο Παραπλανητής της Χρονιάς 2013
Ο όμιλος λόμπι Strålskyddstiftelsen λαμβάνει το βραβείο του Διαστροφέα της Χρονιάς 2013 από την Ένωση Επιστημών και Λαϊκής Εκπαίδευσης. Το ίδρυμα λαμβάνει το βραβείο «για την τρομοκρατική και μεροληπτική αναφορά του σχετικά με τις επιπτώσεις στην υγεία από τη χρήση κινητών τηλεφώνων και ασύρματων δικτύων». Το βραβείο για τον Παραπλανητή της Χρονιάς απονέμεται από το 1987.
Μεγαλύτερη έκδοση:
Ο όμιλος λόμπι Strålskyddstiftelsen λαμβάνει το βραβείο του Διαστροφέα της Χρονιάς 2013 από την Ένωση Επιστημών και Λαϊκής Εκπαίδευσης. Το ίδρυμα λαμβάνει το βραβείο για τις τρομοκρατικές και μεροληπτικές αναφορές του σχετικά με τις επιπτώσεις στην υγεία από τη χρήση κινητών τηλεφώνων και ασύρματων δικτύων.
Από την ίδρυσή του το 2012, το Radiation Protection Foundation έχει διαδώσει μονόπλευρες και μεροληπτικές πληροφορίες σχετικά με πιθανούς κινδύνους με ραδιοκύματα από κινητά τηλέφωνα, σταθμούς βάσης και ασύρματα δίκτυα υπολογιστών. Το 2013, το ίδρυμα έστειλε προπαγάνδα σε μεγάλο αριθμό σχολείων και διευθυντών σχολείων στη χώρα, προειδοποιώντας κατά της εγκατάστασης ασύρματων δικτύων. Αυτό οδήγησε τη Radiation Safety Authority να αναγκαστεί να βγει στα σχολεία της χώρας και να αρνηθεί τους ισχυρισμούς της ομάδας λόμπι.
Μέσω του ιστοτόπου του, καθώς και άρθρων συζήτησης και υποβολών σε εφημερίδες σε όλη τη χώρα, το Radiation Protection Foundation έχει διαδώσει μια μονόπλευρη εικόνα της κατάστασης της έρευνας σχετικά με τους κινδύνους των πεδίων ραδιοσυχνοτήτων. Προσπαθούν να εξηγήσουν ότι οι περισσότεροι ερευνητές και αρχές στον τομέα δεν συμμερίζονται την άποψη του ιδρύματος για τους κινδύνους με μια θεωρία συνωμοσίας, δηλαδή ότι οι αντίπαλοι της γνώμης (τους) έχουν εξαγοραστεί από τη βιομηχανία κινητής τηλεφωνίας. Το ίδρυμα εστιάζει στα παιδιά, γεγονός που δημιουργεί ένοχη συνείδηση στους γονείς. Καμία έρευνα δεν έχει δείξει ότι τα ασύρματα δίκτυα και τα κινητά τηλέφωνα θα ήταν επικίνδυνα για τους ενήλικες και δεν υπάρχουν στοιχεία ότι θα ήταν επικίνδυνα ούτε για τα παιδιά. Το Radiation Protection Foundation έχει παραπλανήσει το κοινό, έχει σκορπίσει αδικαιολόγητο άγχος και έχει αυξήσει τον κίνδυνο ηλεκτροφοβίας.
Όπως αναφέρει το κείμενο της αναφοράς περίπτωσης, αυτή παρουσιάζει την περίπτωση μιας οικογένειας πέντε ατόμων, ενός άνδρα και μιας γυναίκας ηλικίας 39 ετών και οι δύο, και των τριών παιδιών τους, ηλικίας 4, 6, και 8 ετών. Οι γονείς νοίκιασαν ένα εξοχικό από τις 29 Ιουλίου έως την 1η Αυγούστου 2023, σε απόσταση 125 μέτρων από το οποίο βρισκόταν πύργος κινητής τηλεφωνίας με κεραίες 5G και 4G, ύψους 24 μέτρων. Ενώ η οικογένεια είχε νοικιάσει το ίδιο εξοχικό τα προηγούμενα χρόνια (2021 και 2022), χωρίς να αντιμετωπίσει συμπτώματα, το 2022 στον πύργο κινητής τηλεφωνίας υπήρχε μόνο μια κεραία 5G, ενώ το 2023 υπήρχαν συνολικά τρεις κεραίες 5G.
Οι γονείς κλήθηκαν να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με τα συμπτώματα και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων (σε κλίμακα από 0 έως 10) που η οικογένεια βίωσε κατά τη διάρκεια της παραμονής στο εξοχικό κοντά στο τον πύργο κινητής τηλεφωνίας, καθώς και πριν από τη διαμονή αλλά και μετά την επιστροφή στη μόνιμη κατοικία τους. Σύμφωνα με το κείμενο, το ερωτηματολόγιο περιείχε λίστα συμπτωμάτων που έχουν αναγνωριστεί πως σχετίζονται με το «σύνδρομο μικροκυμάτων».
Ωστόσο, όπως εξηγήσαμε προηγουμένως, η ηλεκτρομαγνητική υπερευαισθησία δεν έχει σαφή διαγνωστικά κριτήρια, ώστε να υπάρχει μια σαφή λίστα συμπτωμάτων που να σχετίζεται με αυτή και δεν αποτελεί ιατρική διάγνωση.
Όπως βλέπουμε στον παρακάτω πίνακα, οι γονείς της οικογένειας ανέφεραν σειρά συμπτωμάτων, ανάμεσά τους πονοκεφάλους, ναυτία, δυσαισθησία, κούραση, διαταραχές του ύπνου, ευερεθιστότητα, εξανθήματα και εντερικές διαταραχές:
Στα συμπεράσματα της αναφοράς περίπτωσης, αναγράφεται πως αυτή επιβεβαιώνει αποτελέσματα από προηγούμενες αναφορές περιπτώσεων που δείχνουν πως οι σταθμοί κινητής τηλεφωνίας 5G μπορούν να προκαλέσουν το «σύνδρομο μικροκυμάτων» σε υγιή άτομα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, όπως προαναφέραμε, οι επιστήμονες στις αναφορές περίπτωσης επικεντρώνονται και εξετάζουν ένα συγκεκριμένο άτομο ή μια πολύ μικρή ομάδα ατόμων, στην προκειμένη περίπτωση μια οικογένεια, χωρίς όμως να ανάγουν τα ευρήματα τους στο γενικότερο πληθυσμό και, κατά συνέπεια, χωρίς να στοιχειοθετούν γενικότερη συσχέτιση.
Εξίσου προβληματικό είναι το γεγονός πως η εν λόγω αναφορά περίπτωσης καταγράφει υποκειμενικά στοιχεία καθώς βασίζεται σε αυτοαναφερόμενα συμπτώματα, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει απαραιτήτως πως οι συμμετέχοντες είπαν σκοπίμως ψέματα. Όπως είναι εμφανές από τις μέχρι τώρα επιστημονικές μελέτες όμως, έχει τεκμηριωθεί πως η εκδήλωση συμπτωμάτων που οι παθόντες αποδίδουν στην Ηλεκτρομαγνητική Υπερευαισθησία, σχετίζεται περισσότερο με την αντίληψη τους πως οι ίδιοι εκτίθενται σε αυτή, παρά με το γεγονός της έκθεσής τους, ακόμα και αν δεν υπάρχει πραγματική έκθεση (φαινόμενο nocebo).
Ταυτόχρονα, πληθώρα μελετών και μετα-αναλύσεων που έχουν αποπειραθεί να μελετήσουν την Ηλεκτρομαγνητική Υπερευαισθησία, να εξακριβώσουν την πηγή των συμπτωμάτων και το αν αυτή είναι βιολογικής ή ψυχοσωματικής φύσεως, δεν έχουν διαπιστώσει συσχέτιση των συμπτωμάτων με την έκθεση σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία ενώ πολλές εξ αυτών αποδίδουν τα συμπτώματα στο φαινόμενο nocebo. [μελέτη 1][μελέτη 2][μελέτη 3][μελέτη 4][μελέτη 5][μελέτη 6]
Επιπροσθέτως, τα υπό εξέταση δημοσιεύματα φιλοξενούν δηλώσεις εκπροσώπων του οργανισμού Children’s Health Defense (CHD) καθώς και αποσπάσματα από συνεντεύξεις στην ιστοσελίδα The Defender, η οποία ανήκει στον προαναφερόμενο οργανισμό. Σύμφωνα με το mediabiasfactcheck.com, έναν ιστότοπο που αποσκοπεί στην ενημέρωση σχετικά με τη μεροληψία και την εγκυρότητα ενημερωτικών ιστοσελίδων, τόσο ο οργανισμός Children’s Health Defense όσο και το The Defender διατηρούν χαμηλή αξιοπιστία, δεδομένου πως προβάλλουν και προωθούν θεωρίες συνωμοσίας, ψευδοεπιστήμη, ανεπιβεβαίωτους ισχυρισμούς, και προπαγάνδα. Και οι δύο οργανισμοί ιδρύθηκαν από τον γερουσιαστή Robert F. Kennedy Jr, ο οποίος τα τελευταία χρόνια προβαίνει τακτικά στη διάδοση ψευδοεπιστημονικών και συνωμοσιολογικών ισχυρισμών, κυρίως σχετικά με την τρέχουσα πανδημία και τα εμβόλια κατά της COVID-19 [πηγή 1][πηγή 2].
Ιονίζουσα και μη-ιονίζουσα ακτινοβολία
Όπως έχουμε εξηγήσει σε παλαιότερο άρθρο μας σχετικά με το 5G, η ακτινοβολία χωρίζεται σε δυο μορφές. Η πρώτη μορφή είναι η ιονίζουσα ακτινοβολία η οποία έχει επαρκή ενέργεια για να προκαλέσει αλλαγή στο φορτίο ατόμων, και συνεπώς μορίων, στο σώμα. Αυτό με τη σειρά του μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα καθώς ένα από τα μόρια που επηρεάζει αυτή η μορφή ακτινοβολίας είναι το γενετικό μας υλικό οδηγώντας δυνητικά σε καρκινογένεση.
Η δεύτερη μορφή ακτινοβολίας είναι η μη-ιονίζουσα η οποία δεν έχει επαρκή ενέργεια για να οδηγήσει στις προαναφερθείσες μεταβολές. Κατά συνέπεια η ακτινοβολία με σαφή δείκτη επικινδυνότητας είναι η ιονίζουσα. Τα κινητά τηλέφωνα και τα ασύρματα δίκτυά τους, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων 5G, εκπέμπουν ραδιοκύματα μη-ιονίζουσας ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, η οποία έχει εξεταστεί ήδη για πολλές δεκαετίες, ώστε να διερευνηθεί η τυχόν επικινδυνότητα της, και έως τώρα δεν έχουν βρεθεί στοιχεία που να δείχνουν σύνδεση μεταξύ πεδίων μη ιονίζουσας ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας και προβλημάτων υγείας στο γενικό πληθυσμό.
Tέλος, πρόσφατη επιστημονική ανασκόπηση, με τίτλο “5G mobile networks and health—a state-of-the-science review of the research into low-level RF fields above 6 GHz” που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Exposure Science & Environmental Epidemiology και εξέτασε 107 πειραματικές μελέτες και 31 επιδημιολογικές μελέτες δεν επιβεβαιώνει πως ραδιοσυχνότητες ανάλογες ή ακόμα και ισχυρότερες από αυτές που χρησιμοποιούνται στα δίκτυα 5G είναι επικίνδυνες για την υγεία. Η ανασκόπηση αναφέρθηκε επίσης στη μεθοδολογία που χρησιμοποίησαν στο παρελθόν ανάλογες μελέτες και τόνισε πως υπάρχει ανάγκη βελτίωσής της σε μελλοντικές μελέτες:
Αυτή η ανασκόπηση δεν έδειξε επιβεβαιωμένα στοιχεία ότι τα πεδία ραδιοσυχνοτήτων χαμηλού επιπέδου άνω των 6 GHz, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται από το δίκτυο 5 G, είναι επικίνδυνα για την ανθρώπινη υγεία.
Η ανασκόπηση των πειραματικών μελετών δεν παρείχε επιβεβαιωμένα στοιχεία ότι τα χαμηλού επιπέδου MMW (στμ: millimetre waves ή χιλιοστό κύματα, όρος που χρησιμοποιείται για να δηλώσει πεδία ραδιοσυχνοτήτων άνω των 6 GHz) σχετίζονται με βιολογικές επιδράσεις που σχετίζονται με την ανθρώπινη υγεία. Πολλές από τις μελέτες που αναφέρουν επιδράσεις προέρχονται από τις ίδιες ερευνητικές ομάδες και τα αποτελέσματα δεν έχουν αναπαραχθεί ανεξάρτητα. Η πλειονότητα των μελετών χρησιμοποίησε μεθόδους αξιολόγησης και ελέγχου της έκθεσης χαμηλής ποιότητας, επομένως δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα πειραματικού τεχνουργήματος. Επιπλέον, πολλές από τις επιδράσεις που αναφέρθηκαν μπορεί να σχετίζονται με τη θέρμανση από την εναπόθεση ενέργειας υψηλής ραδιοσυχνότητας, επομένως ο ισχυρισμός ενός φαινομένου «χαμηλού επιπέδου» είναι αμφισβητήσιμος σε πολλές από τις μελέτες. Μελλοντικές μελέτες σχετικά με τις επιπτώσεις χαμηλού επιπέδου των MMW θα πρέπει να βελτιώσουν τον πειραματικό σχεδιασμό με ιδιαίτερη προσοχή στη δοσιμετρία και τον έλεγχο της θερμοκρασίας. Τα αποτελέσματα από επιδημιολογικές μελέτες παρουσίασαν ελάχιστες ενδείξεις συσχέτισης μεταξύ MMW χαμηλού επιπέδου και τυχόν δυσμενών επιπτώσεων στην υγεία. Η μελλοντική επιδημιολογική έρευνα θα ωφεληθεί από την ειδική έρευνα για τον αντίκτυπο των 5G και των μελλοντικών τεχνολογιών τηλεπικοινωνιών.
Συμπέρασμα
Ο ισχυρισμός είναι ψευδής. Βασίζεται σε συγκεκριμένη αναφορά περίπτωσης, η οποία καταγράφει τα ισχυριζόμενα συμπτώματα ενός μικρού αριθμού ατόμων και όχι αντιπροσωπευτικού δείγματος του πληθυσμού. Οι συμμετέχοντες δήλωσαν πως κατά τη διαμονή τους σε εξοχικό κοντά σε πύργο κινητής τηλεφωνίας με κεραίες 5G έπαθαν «σύνδρομο μικροκυμάτων», γνωστό ως και “Ηλεκτρομαγνητική Υπερευαισθησία”. Η εν λόγω πάθηση, αν και προκαλεί πραγματικά συμπτώματα, δεν έχει τεκμηριωθεί πως συνδέεται με έκθεση σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία κεραιών κινητής τηλεφωνίας. Μελέτες διαπίστωσαν πως η εκδήλωση των συμπτωμάτων σχετίζεται περισσότερο με την αντίληψη των παθόντων πως οι ίδιοι εκτίθενται σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία, παρά με το γεγονός της έκθεσής τους, ενώ συμπτώματα εκδηλώνονται ακόμα και αν δεν υπάρχει πραγματική έκθεση (φαινόμενο nocebo). Επιπροσθέτως, η υπό εξέταση αναφορά περίπτωσης δημοσιεύτηκε σε περιοδικό χαμηλής αξιοπιστίας (predatory journal), χωρίς εξέταση από ομότιμους, και διεξήχθη από οργανισμό γνωστό για την διάδοση ψευδοεπιστημονικών ισχυρισμών για τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας. Με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, που προκύπτουν από επιστημονικές πειραματικές μελέτες και ανασκοπήσεις σε βάθος δεκαετιών, δεν έχει τεκμηριωθεί σύνδεση μεταξύ της έκθεσης σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία μη ιονίζουσας ακτινοβολίας και πιθανών προβλημάτων υγείας στο γενικό πληθυσμό.