Η δημοσιογράφος Μαρία Δεναξά ανέδειξε πρόσφατα, με ανάρτησή της στο Twitter στις 27 Μαρτίου 2023, ένα έγγραφο, το οποίο εκδόθηκε από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) στις 17 Μαρτίου 2023 προς τις Μονάδες της, στα κατά τόπους αεροδρόμια της χώρας, ισχυριζόμενη πως με αυτό απαγορεύεται επισήμως η διενέργεια ελέγχων σε αεροσκάφη, σε οχήματα και σε προσωπικό εντός των αερολιμένων από τις τοπικές αεροπορικές αρχές σε όλη τη χώρα. Ωστόσο πρόκειται για διαστρέβλωση του περιεχομένου του εγγράφου και παραπληροφόρηση.
Στην ανάρτησή της στο Twitter, την οποία αναπαρήγαγε και το voicenews.gr, έγραφε τα εξής:
Νέα κουλτούρα ασφαλείας => 17 ημέρες μετά το τραγικό συμβάν στα Τέμπη και πάνω στα αποκαΐδια του πολύνεκρου δυστυχήματος, με επίσημο έγγραφο απαγορεύεται η διενέργεια ελέγχων σε αεροσκάφη, σε οχήματα που κινούνται εντός των αερολιμένων, σε ιπτάμενο και επίγειο προσωπικο στις τοπικές αεροπορικές αρχές όλων των αερολιμένων της χώρας
Υπ’ αριθμόν πρωτ. Κ.Γ./Δ/ΥΠΑ 5570/17-03-2023 έγγραφο του διοικητή της ΥΠΑ που απαγορεύει οποιαδήποτε άσκηση εποπτικών και προανακριτικών αρμοδιοτήτων από τις Αεροπορικές Αρχές.
Το έγγραφο που παρουσίασε μπορείτε να δείτε παρακάτω:
Τι ισχύει
Η προσεκτική ανάγνωση του επίμαχου εγγράφου δείχνει ότι η πλαισίωση και παρουσίασή του είναι παραπλανητική. Το έγγραφο, κατ’ αρχάς, αναφέρει στο θέμα του:
Εφαρμογή παρ. 3 άρθρου 30 ν.4251/2014 και άρθρου 16 ν.4579/2018 στους Ελληνικούς Αερολιμένες
Ελέγξαμε, σε πρώτο στάδιο, τι ακριβώς προβλέπεται σε αυτές τις διατάξεις.
Πιο συγκεκριμένα, στο άρθρο 30 του ν. 4251/2014 «Κώδικας Μετανάστευσης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 80/01-04-2014), στην παράγραφο 3 (όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 του ν. 4676/2020, ΦΕΚ Α΄ 67/19-03-2020), αναφέρονται τα εξής, μεταξύ άλλων:
Αεροπορικές ή ναυτιλιακές εταιρείες, καθώς και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί οποιασδήποτε μορφής δημόσια μεταφορά ατόμων, υποχρεούνται να μην δέχονται για μεταφορά και να λαμβάνουν κάθε μέτρο που να αποκλείει τη μεταφορά από το εξωτερικό στην Ελλάδα πολιτών τρίτων χωρών που: α) δεν είναι εφοδιασμένοι με τα απαραίτητα εν ισχύ διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα και θεώρηση εισόδου, όπου απαιτείται η λήψη τους πριν από την άφιξη των πολιτών τρίτων χωρών στη χώρα, εκτός αν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 35 του Κανονισμού 2009/810 «Κώδικας Θεωρήσεων» σε συνδυασμό με το άρθρο 6 παρ. 5 στοιχείο β΄ του Κανονισμού 2016/399 «Κώδικας Συνόρων Schengen» ή β) κατέχουν διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα με εμφανείς ενδείξεις πλαστογράφησης ή παραποίησης.
Με απόφαση της κατά τόπο αρμόδιας Αεροπορικής Αρχής επιβάλλεται στις αεροπορικές εταιρείες, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που μεταφέρει άτομα αεροπορικώς που παραβαίνουν την παραπάνω υποχρέωση, χρηματικό πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο. Στις ναυτιλιακές εταιρείες, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί δημόσια μεταφορά ατόμων με πλωτό μέσο, το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση της αστυνομικής Αρχής, η οποία είναι κατά τόπον αρμόδια για τη διενέργεια του ελέγχου των προσώπων που εισέρχονται στο ελληνικό έδαφος ή εξέρχονται από αυτό, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3. (…) Τα παραπάνω πρόστιμα επιβάλλονται σε φυσικά πρόσωπα που εκτελούν οποιασδήποτε μορφής δημόσια μεταφορά ή αποκλειστικά στο νομικό πρόσωπο των ανωτέρω αεροπορικών ή ναυτιλιακών εταιρειών ή μεταφορέων και στα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170), τα οποία ευθύνονται αλληλεγγύως.
Το παραπάνω πρόστιμο δεν επιβάλλεται στα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που αποδεικνύουν ότι έχουν λάβει επαρκή προληπτικά μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι επιβαίνοντες πολίτες τρίτων χωρών δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παρούσας παραγράφου. Ειδικότερα απαιτείται η λήψη των κατάλληλων μέτρων ενημέρωσης των επιβατών, πριν από την επιβίβασή τους, ως προς τα ταξιδιωτικά έγγραφα που απαιτούνται για τη νόμιμη είσοδό τους στην Ελλάδα, η καταχώρισή τους, κατά την επιβίβαση, με τα στοιχεία που φέρουν τα ταξιδιωτικά έγγραφα, στους καταλόγους επιβατών και η κοινοποίηση των καταλόγων στις αρμόδιες αερολιμενικές, λιμενικές και τελωνειακές αρχές. (…)
Στο άρθρο 16 του ν. 4579/2018 «Υποχρεώσεις αερομεταφορέων σχετικά με τα αρχεία επιβατών – προσαρμογή της νομοθεσίας στην Οδηγία (ΕΕ) 2016/681 και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 201/03-12-2018), αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα παρακάτω:
Άρθρο 16
Κυρώσεις
(Άρθρο 14 της Οδηγίας)
1. Αν ο αερομεταφορέας δεν διαβιβάζει τα δεδομένα PNR [σ.σ. τα ονομαστικά αρχεία επιβατών – passenger name record] στη ΜΣΕ [σ.σ. εθνική Μονάδα Στοιχείων Επιβατών που υπάγεται στην Ελληνική Αστυνομία, και ειδικότερα στη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών] ή δεν τα διαβιβάζει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα (…) με απόφαση του Προϊσταμένου της Αεροπορικής Αρχής του αερολιμένα, ύστερα από εισήγηση της ΜΣΕ, επιβάλλεται στον αερομεταφορέα χρηματικό πρόστιμο ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ ανά πτήση. Για κάθε νέα παράβαση, μέσα στην ίδια περίοδο, μπορεί με όμοια απόφαση να επιβληθεί το πρόστιμο του προηγούμενου εδαφίου στο διπλάσιο, καθώς και απαγόρευση απογείωσης του αεροσκάφους μέχρι την πληρωμή του προστίμου ή την κατάθεση ισόποσης εγγυητικής επιστολής ημεδαπής ή αναγνωρισμένης στην Ελλάδα αλλοδαπής τράπεζας. Η απαγόρευση εκτελείται από την κοινοποίηση της απόφασης στον κυβερνήτη ή στον εκμεταλλευόμενο το αεροσκάφος ή σε νόμιμο αντιπρόσωπό του.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών, Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη, ύστερα από εισήγηση της Αεροπορικής Αρχής, μπορεί να αναπροσαρμόζεται το πρόστιμο της παραγράφου 1. Σε περίπτωση αναπροσαρμογής το ύψος του ανώτατου ορίου του προστίμου δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ.
3. Σε περίπτωση επανειλημμένων παραβάσεων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, μέσα στην ίδια περίοδο, μπορεί, ύστερα από σχετική εισήγηση του Προϊσταμένου της Αεροπορικής Αρχής του αερολιμένα ή της αρμόδιας διεύθυνσης της κεντρικής υπηρεσίας της Αεροπορικής Αρχής, να επιβάλλονται, με απόφαση του Διοικητή της Αεροπορικής Αρχής, οικονομικές ή άλλης μορφής κυρώσεις, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία.
Οι ανωτέρω διατάξεις, στο βαθμό που αφορούν τις αεροπορικές μεταφορές, ρυθμίζουν την επιβολή διοικητικών κυρώσεων (κυρίως χρηματικά πρόστιμα) σε αεροπορικές εταιρίες σχετικά με την παραβίαση υποχρεώσεών τους ως προς την απαγόρευση μεταφοράς προς την Ελλάδα (ή τουλάχιστον μη λήψη μέτρων για την αποτροπή παραβάσεων) ατόμων που είτε δεν έχουν τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα είτε έχουν καταφανώς πλαστά έγγραφα καθώς και στη μη διαβίβαση (ή μη ορθή διαβίβαση), εκ μέρους τους, ονομαστικών καταστάσεων επιβατών σε αρμόδια προς τούτο Υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας.
Οι διατάξεις αυτές, στην εφαρμογή των οποίων αναφέρεται το έγγραφο του Διοικητή της ΥΠΑ, δεν αφορούν τον έλεγχο γενικά των προσώπων σε ένα αεροδρόμιο και του προσωπικού αεροπορικών εταιριών. Πολύ περισσότερο, δεν αφορούν έλεγχο αεροσκαφών, οχημάτων κλπ, όπως ισχυρίζεται η κυρία Δεναξά.
Στην Ελλάδα, εκτός από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ), υπάρχει και η, σχετικά νεοσύστατη, Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας (ΑΠΑ), που ιδρύθηκε με το ν. 4757/2020 (ΦΕΚ Α΄ 240/01-12-2020) και έχει διαφορετικές αρμοδιότητες, συμπεριλαμβανομένης και της επιβολής των παραπάνω κυρώσεων. Το έγγραφο αφορά, βασικά, διευκρίνιση του τρόπου χειρισμού των υποθέσεων του θέματος που αναφέραμε, για τις οποίες αρμόδια είναι πλέον η ΑΠΑ, και όχι η ΥΠΑ ή οι κατά τόπον Μονάδες της.
Για να γίνει καλύτερα αντιληπτό, αν π.χ. μια αστυνομική αρχή (Γραφείο ή Τμήμα Διαβατηριακού Ελέγχου σε ελληνικό αεροδρόμιο) διαπιστώσει άφιξη ενός προσώπου με καταφανώς πλαστό διαβατήριο, εκτός από τις κατά το νόμο ενέργειές της (σύλληψη για διερεύνηση ποινικού αδικήματος και κίνηση διαδικασιών διοικητικής απέλασης) θα πρέπει να αποστείλει την σχετική υπηρεσιακή αλληλογραφία και στην ΑΠΑ, ώστε να προχωρήσει εκείνη στην επιβολή προστίμου στην αεροπορική εταιρία. Ακριβώς επειδή ενδεχομένως στην πράξη τα αστυνομικά όργανα να εξακολουθούσαν να αποστέλλουν τα σχετικά έγγραφα σε υπηρεσίες της ΥΠΑ (όπως παλαιότερα), ο Διοικητής της ΥΠΑ συνιστά στα υφιστάμενα κλιμάκια της ΥΠΑ να μην μπαίνουν στη διαδικασία να παραλαμβάνουν καν τέτοιες υποθέσεις (κι έπειτα να τις διαβιβάζουν, όπως πλέον οφείλουν, στην ΑΠΑ), αλλά να ενημερώνουν και να υπενθυμίζουν στις αστυνομικές αρχές να αποστέλλουν τα θέματα επιβολής τέτοιων κυρώσεων απευθείας στην αρμόδια αρχή, την ΑΠΑ.
Το υπό εξέταση έγγραφο αναφέρει χαρακτηριστικά:
Κατόπιν τούτου και σε συνέχεια ανωτέρω σχετικών, παρακαλούμε, από λήψεως του παρόντος εγγράφου, να μην παραλαμβάνετε έγγραφα που αφορούν στο αντικείμενο των εν θέματι [δηλαδή αυτών που αναγράφονται στο θέμα του εγγράφου και αναλύσαμε παραπάνω] διατάξεων νόμων, ενημερώνοντας την τοπική Υπηρεσία Διαβατηρίων ότι πρέπει να απευθύνονται απευθείας στην Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας, καθώς είναι κατά νόμο αρμόδια για την επιβολή των κυρώσεων στις αεροπορικές εταιρείες σε εφαρμογή των διατάξεων παρ. 3 του άρθρου 30 ν.4251/2014 «Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης και άλλες διατάξεις» και του άρθρου 16 ν.4579/2018 «Υποχρεώσεις αερομεταφορέων σχετικά με τα αρχεία επιβατών προσαρμογή της νομοθεσίας στην Οδηγία (ΕΕ) 2016/681 και άλλες διατάξεις.
Κι ενώ πράγματι υπάρχουν αρκετές καταγγελίες για την επάρκεια του προσωπικού στις αεροπορικές αρχές και την ασφάλεια των πτήσεων, οι υπό εξέταση αναρτήσεις παρουσιάζουν εσφαλμένα το έγγραφο της ΥΠΑ ως δήθεν γενική απαγόρευση διενέργειας ελέγχου, και μάλιστα όχι μόνο για πρόσωπα αλλά και για αεροσκάφη και οχήματα εντός των αεροδρομίων. Κάτι τέτοιο σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει από το συγκεκριμένο έγγραφο.
Συμπέρασμα
Με υπ’ αρ. πρωτ. Κ.Γ./Δ/ΥΠΑ 5570/17-03-2023 έγγραφο που εκδόθηκε από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) προς τις τοπικές της Μονάδες, δεν απαγορεύτηκε επισήμως η διενέργεια ελέγχων σε αεροσκάφη, πρόσωπα και οχήματα εντός των αερολιμένων από τις τοπικές αεροπορικές αρχές στα αεροδρόμια της Ελλάδας.
Το έγγραφο αναφέρεται ειδικά στις περιπτώσεις επιβολής διοικητικών κυρώσεων (κυρίως χρηματικά πρόστιμα) σε αεροπορικές εταιρίες για μη συμμόρφωση σε υποχρεώσεις τους που αφορούν την απαγόρευση μεταφοράς προσώπων χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα, ή με καταφανώς πλαστά έγγραφα, και για παράλειψή τους να αποστείλουν ονομαστικά στοιχεία επιβατών σε αστυνομικές αρχές. Πρόκειται για παροχή οδηγίας σε Υπηρεσίες της ΥΠΑ να μην παραλαμβάνουν τέτοιες υποθέσεις από τα αστυνομικά όργανα (που διαπιστώνουν π.χ. άφιξη προσώπου χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα) αλλά να ενημερώνουν αυτά ώστε να αποστέλλουν την υπόθεση απευθείας στην Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας (ΑΠΑ), διαφορετική αρχή, που είναι πλέον η αρμόδια για την επιβολή των κυρώσεων αυτών.