Η χιτίνη είναι ένα μόριο που βρίσκεται σε πολλούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των κελυφών των εντόμων, των μυκήτων, των ζυμομυκήτων και των φυκών. Αναρτήσεις που κοινοποιήθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε πολλές γλώσσες τον Ιανουάριο του 2023 ισχυρίζονται παραπλανητικά ότι η χιτίνη που περιέχεται στα έντομα είναι επικίνδυνη για την ανθρώπινη υγεία επειδή δεν μπορεί να χωνευτεί και ότι «αρέσει πολύ στον καρκίνο». Οι εν λόγω ισχυρισμοί έχουν κυκλοφορήσει στο παρελθόν και φαίνεται να επανήλθαν μετά τις νέες εγκρίσεις που έδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη χρήση προϊόντων που προέρχονται από δύο έντομα στην παρασκευή τροφίμων, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις χρήσης και επισήμανσης. Οι ειδικοί δήλωσαν στο AFP ότι αν και η χιτίνη δεν διασπάται πλήρως όταν καταναλώνεται, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να υποστεί επεξεργασία από το έντερο και δεν την καθιστά επιβλαβή για τον άνθρωπο. Οι ειδικοί δήλωσαν επίσης στο AFP ότι η χιτίνη δεν θεωρείται καρκινογόνος ουσία με βάση τα σημερινά στοιχεία.
«Η χιτινη ειναι ενας πολυσακχαρίτης που αρεσει πολύ στον καρκινο, στα εντερικά παράσιτα, (στα παρασιτα γενικα) και στους μύκητες», γράφει ένα στιγμιότυπο οθόνης που κοινοποίησαν εκατοντάδες χρήστες του Facebook τον Ιανουάριο του 2023, για παράδειγμα εδώ. Οι αναρτήσεις υποστηρίζουν επίσης ότι «Τα εντομα ειναι τροφη για τα πουλια, τα ερπετα σαυρές και ψαρια. Το πεπτικό συστημα του ανθρώπου είναι εντελως διαφορετικό. […] Η καταναλωση εντομων μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες για τον ανθρωπο. Φλεγμονες και Αλλεργίες». Παρόμοιοι ισχυρισμοί κοινοποιήθηκαν και σε άλλες γλώσσες, όπως τα σερβικά, τα γερμανικά και τα ρουμανικά, καθώς και στα αγγλικά τον Αύγουστο του 2022.
Οι περισσότερες πρόσφατες αναρτήσεις φαίνεται να χρησιμοποιούν ένα στιγμιότυπο οθόνης από μια παλαιότερη viral ανάρτηση στο Facebook από τον Σεπτέμβριο του 2022, η οποία έχει αναπαραχθεί σε πολλές περιπτώσεις, όπως εδώ και εδώ. Το κείμενο που κοινοποείται στις αναρτήσεις του Ιανουαρίου 2023 ταιριάζει ακριβώς με τις τρεις τελευταίες παραγράφους της viral ανάρτησης του Σεπτεμβρίου 2022.
Οι παραπλανητικοί ισχυρισμοί φαίνεται να επανεμφανίστηκαν λίγο μετά την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή της εμπορίας των μικρών αλευροσκώληκων (Alphitobius diaperinus) σε κατεψυγμένη, παστώδη, αποξηραμένη μορφή και σε σκόνη, καθώς και των οικοδίαιτων γρύλλων (Acheta domesticus) σε μορφή μερικώς απολιπασμένης σκόνης, στις αρχές Ιανουαρίου 2023.
Οι ειδικοί με τους οποίους επικοινώνησε το AFP δήλωσαν πως, αν και οι άνθρωποι μπορεί να μην είναι σε θέση να χωνέψουν πλήρως τη χιτίνη, αυτό δεν διαφέρει από το να μην χωνεύουν την κυτταρίνη που υπάρχει στο σέλινο. Δεν υπάρχει υποχρέωση κατανάλωσης εντόμων στις χώρες της ΕΕ, ούτε υποχρέωση αντικατάστασης άλλων συστατικών από έντομα. Τα προϊόντα που περιέχουν έντομα πρέπει να το αναφέρουν σαφώς ως συστατικό και πιθανό αλλεργιογόνο, σύμφωνα με τις εγκρίσεις της Επιτροπής.
Οι ειδικοί δήλωσαν επίσης ότι τα επιστημονικά στοιχεία δεν συμφωνούν με τον ισχυρισμό ότι η χιτίνη «αρέσει στον καρκίνο». Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, τα έντομα αποτελούν ήδη μέρος της διατροφής τουλάχιστον δύο δισεκατομμυρίων ανθρώπων.
Ψευδείς ισχυρισμοί σχετικά με την κατανάλωση εντόμων έχουν καταρριφθεί στο παρελθόν από το AFP, για παράδειγμα εδώ και εδώ.
Οι ειδικοί συμφωνούν ότι η χιτίνη δεν συνδέεται με τον καρκίνο
Η χιτίνη είναι ο δεύτερος πιο κοινός πολυσακχαρίτης (μετά την κυτταρίνη) που απαντάται στη φύση και αποτελεί μέρος του εξωσκελετού των εντόμων, καθώς και των καρκινοειδών, των μυκήτων, των βακτηρίων, των ζυμομυκήτων και των φυκών. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως λίπασμα, ως πρόσθετο τροφίμων, αλλά και για ιατρικούς σκοπούς.
Οι ειδικοί δήλωσαν ότι μια ανασκόπηση της επιστημονικής βιβλιογραφίας σχετικά με τη χιτίνη δεν υποστήριζει τους ισχυρισμούς ότι μπορεί να κάνει τους ανθρώπους επιρρεπείς στον καρκίνο.
Το Ογκολογικό Ινστιτούτο «Prof. Dr. Ion Chiricuță» στην Κλουζ-Ναπόκα (IOCN) της Ρουμανίας έστειλε στο AFP ανάλυση πολλών μελετών σχετικά με τη χιτίνη και τα παράγωγά της, αναφέροντας ότι έχουν μελετηθεί «εντατικά» τις τελευταίες δεκαετίες και έχει αποδειχθεί ότι είναι βιοσυμβατά (συμβατά με τους ζωντανούς ιστούς), βιοδιασπώμενα, χαμηλής τοξικότητας και χαμηλής ανοσογονικότητας (με χαμηλή πιθανότητα πρόκλησης ανοσολογικής αντίδρασης).
Μια μελέτη του 2015 που επικαλείται το ινστιτούτο αναφέρει ότι η χιτίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακόμη και στη θεραπεία του καρκίνου «ως όχημα για τη μεταφορά καρκινικών φαρμάκων σε συγκεκριμένο σημείο και έχει αντιπολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα μειώνοντας τη βιωσιμότητα των κυττάρων».
Ωστόσο, το IOCN πρόσθεσε ότι «είναι απαραίτητες μελλοντικές μελέτες για να καθοριστούν συγκεκριμένα οι δυνατότητες της χιτίνης στην ογκολογική θεραπεία, αλλά και οι πιθανές επιδράσεις αυτής της ένωσης ως μέρος της ανθρώπινης διατροφής».
Η Γερμανική Αντικαρκινική Εταιρεία (DKG) είπε επίσης απαντώντας σε αίτημα του AFP στις 12 Σεπτεμβρίου 2022: «Ούτε ο Διεθνής Οργανισμός Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) ούτε το Παγκόσμιο Ταμείο Έρευνας για τον Καρκίνο (WCRF) κατατάσσουν την κατανάλωση εντόμων και χιτίνης ως καρκινογόνα. Μια αρχική αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων PubMed και Embase για επιστημονικές μελέτες σχετικά με τον καρκίνο και την κατανάλωση χιτίνης δεν βρήκε στοιχεία για πιθανή σύνδεση».
Ο Έντουαρντ Μπρέι (Edward Bray), εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) , δήλωσε στο AFP σε ηλεκτρονικό μήνυμα στις 3 Φεβρουαρίου 2023, ότι: «Κατά την αξιολόγηση των εφαρμογών για τρόφιμα από έντομα δεν υπάρχουν μέχρι στιγμής ανησυχίες σχετικά με τη γονοτοξικότητα ή τον καρκίνο».
Ο Δημήτρης Μακρής, αναπληρωτής καθηγητής Επεξεργασίας, Αξιοποίησης & Ανάλυσης Υποπροϊόντων Τροφίμων στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας χαρακτήρισε τις αναρτήσεις ως «εντελώς αναξιόπιστες» σε τηλεφωνική επικοινωνία με το AFP στις 15 Φεβρουαρίου, επισημαίνοντας ότι οι ισχυρισμοί δεν αποδίδονται σε καμία έρευνα και ότι οι περισσότεροι εξ αυτών δεν έχουν καμία πιθανή επιστημονική βάση. «Ουδέποτε έχω ακούσει ότι η χιτίνη προκαλεί καρκίνο ή οτιδήποτε άλλο. Μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι οι αναρτήσεις είναι εντελώς αναξιόπιστες», είπε.
Σχετικά με τον παραλληλισμό μεταξύ χιτίνης και γλουτένης που γίνεται στις υπό εξέταση αναρτήσεις, αναφέροντας ότι η χιτίνη είναι «μια γλουτένη 1000 φορές πιο ισχυρή από αυτή του σιταριού», ο Δημήτρης Μακρής τονίζει ότι οι δύο ουσίες είναι άσχετες μεταξύ τους. «Είναι σαφές ότι όποιος έκανε την ανάρτηση δεν ξέρει τι γράφει, καθώς η χιτίνη δεν έχει καμία σχέση με τη γλουτένη, είναι διαφορετικό μόριο. Επιπλέον, το άτομο που το δημοσίευσε αυτό δεν αναφέρει καμία πηγή», κατέληξε.
Μια γυναίκα αγοράζει μαγειρεμένους γρύλλους από έναν πωλητή δρόμου στην Πνομ Πεν, στις 10 Ιουνίου 2022 – Tang Chhin SOTHY / AFP
Το 2010, η EFSA χαρακτήρισε τη χιτίνη ως ασφαλές συστατικό τροφίμων, υπό τις συνθήκες χρήσης και στα προτεινόμενα επίπεδα κατανάλωσης.
Οι άδειες για τα δύο νέα προϊόντα εντόμων που εκδόθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Ιανουάριο του 2023 αναφέρουν ότι η EFSA έκρινε ότι τα συστατικά είναι «ασφαλή υπό τους προτεινόμενους όρους και επίπεδα χρήσης».
Οι εκθέσεις της EFSA σχετικά με την απολιπασμένη σκόνη οικοδίαιτου γρύλλου και τα προϊόντα μικρού αλευροσκώληκα βρίσκονται εδώ και εδώ. Και οι δύο εκθέσεις κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, εξαιρουμένης της πιθανής αλλεργιογένεσης, «το NF (νέο τρόφιμο) είναι ασφαλές στις προτεινόμενες χρήσεις και επίπεδα χρήσης».
Τα νέα τρόφιμα είναι «τρόφιμα που δεν καταναλώνονταν “ευρέως” στην ΕΕ πριν από τον Μάιο του 1997» εξηγεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εδώ.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ΕΕ δίνει το πράσινο φως σε βρώσιμα έντομα.
Για παράδειγμα, το 2021 και το 2022 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι προϊόντα από τρία έντομα – οικοδίαιτους γρύλλους, μικρούς αλευροσκωλήκες και αποδημητικές ακρίδες – εγκρίθηκαν για εμπορία και κατανάλωση στην ΕΕ.
Οι εκθέσεις ασφαλείας για τους αλευροσκώληκες που δημοσιεύθηκαν από την EFSA το 2020 ανέφεραν ότι η κατανάλωση αποξηραμένων κίτρινων αλευροσκώληκων δεν παρουσιάζει «κανένα διατροφικό μειονέκτημα» και θεωρείται «ασφαλής εντός των ορίων των προτεινόμενων χρήσεων». Οι εκθέσεις του 2021 σχετικά με τις αποδημητικές ακρίδες και τους οικοδίαιτους γρύλλους τα χαρακτήρισαν επίσης ασφαλή.
Ωστόσο, οι εκθέσεις της EFSA επισημαίνουν ότι τα έντομα μπορεί να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις και ότι τα άτομα που είναι αλλεργικά στα καρκινοειδή και στα ακάρεα της σκόνης μπορεί να είναι ευαίσθητα.
Ένα πιάτο με μπέργκερ γρύλλου και ένα μπολ με γρύλλους, σε εστιατόριο της Μπανγκόκ, στις 30 Αυγούστου 2022 – Manan VATSYAYANA / AFP
Η χιτίνη δεν είναι επιβλαβής για την υγεία του ανθρώπου αν και δεν διασπάται πλήρως
Ο ισχυρισμός ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει να τρώνε έντομα επειδή δεν μπορούν να χωνέψουν τη χιτίνη είναι επίσης παραπλανητικός.
Ο Έντουαρντ Μπρέι της EFSA δήλωσε ότι τα επιστημονικά στοιχεία δείχνουν ότι η χιτίνη που καταναλώνεται ως τροφή περνά σε μεγάλο βαθμό από το σώμα χωρίς να διασπαστεί. «Η επιστημονική ομάδα της EFSA έκρινε ότι η χιτίνη είναι μια αδιάλυτη ίνα που δεν αναμένεται να αφομοιωθεί στο λεπτό έντερο του ανθρώπου σε σημαντικό βαθμό», είπε.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι επιβλαβής για την ανθρώπινη υγεία. Η Μαρέικε Γιανιάκ (Mareike Janiak), πρώτη συγγραφέας μιας μελέτης σχετικά με τα γονίδια χιτινάσης (που κωδικοποιούν ένζυμα αποικοδόμησης της χιτίνης), η οποία δημοσιεύθηκε το 2018 στο περιοδικό Molecular Biology and Evolution, δήλωσε ότι παρόλο που η χιτίνη μπορεί να μην είναι δυνατό να χωνευθεί πλήρως, αυτό δεν την καθιστά απαραίτητα επιβλαβή για τον ανθρώπινο οργανισμό.
«Οι βιολόγοι πιστεύουν εδώ και πολύ καιρό ότι τα θηλαστικά δεν παράγουν ένα ένζυμο που μπορεί να διασπάσει τη χιτίνη, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το έντερο δεν θα μπορούσε να επεξεργαστεί ένα έντομο», δήλωσε η Γιανιάκ στο AFP σε ηλεκτρονικό μήνυμα. Η ίδια συνέκρινε τη χιτίνη με την κυτταρίνη, η οποία αποτελεί τα κυτταρικά τοιχώματα πολλών φυτών, τα οποία ο ανθρώπινος οργανισμός δεν διαθέτει ένζυμο ικανό να αποδομήσει. «Εξακολουθούμε να τρώμε πράγματα όπως το σέλινο και μας κάνουν καλό», εξήγησε η Γιανιάκ.
Παρόλο που ορισμένα μέρη των λαχανικών μπορεί να μη χωνεύονται πλήρως, οι αδιάλυτες φυτικές ίνες που περιέχουν εξακολουθούν να συμβάλλουν στη συνολική υγεία.
«Τα έντερά μας εξάγουν τα θρεπτικά συστατικά από τη βλάστηση και αποβάλλουν τις άπεπτες φυτικές ίνες, οι οποίες διατηρούν την κίνηση κατά μήκος του πεπτικού συστήματος και μας δίνουν υγιή κόπρανα. Η έλλειψη αδιάλυτων φυτικών ινών μπορεί να οδηγήσει, για παράδειγμα, σε δυσκοιλιότητα», δήλωσε η Γιανιάκ. Είπε επίσης ότι η έρευνά της δείχνει ότι ορισμένα θηλαστικά μπορεί να είναι σε θέση να διασπάσουν τη χιτίνη.
«Οι άνθρωποι πίστευαν για μεγάλο χρονικό διάστημα ότι η χιτίνη ήταν όπως η κυτταρίνη για τα θηλαστικά – μια αδιάλυτη ίνα που περνούσε από το έντερο, ενώ η ενέργεια και τα θρεπτικά συστατικά αντλούνταν από το υπόλοιπο έντομο. Ωστόσο, η ανακάλυψη του ενζύμου “όξινη χιτινάση των θηλαστικών” στα στομάχια ποντικών και νυχτερίδων έθεσε υπό αμφισβήτηση αυτή τη θεωρία και αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι ορισμένα θηλαστικά μπορούν πράγματι να χωνέψουν τη χιτίνη», εξήγησε.
Μία ανασκόπηση της βιβλιογραφίας που δημοσιεύθηκε το 2021στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Functional Foods αναφέρει ότι η χιτίνη «μπορεί να οριστεί ως ένα λειτουργικό συστατικό τροφίμων που παρέχει ειδικά οφέλη στα τρόφιμα, για παράδειγμα συμβάλλοντας στην υγεία του παχέος εντέρου, στην υγεία των στεφανιαίων αρτηριών και στη μείωση της χοληστερόλης, μεταξύ πολλών άλλων».
Ένας σεφ προετοιμάζει ένα πιάτο με τηγανητές ακρίδες, ταραντούλα, σκορπιό και λαχανικά στην επαρχία Σιέμ Ρεάπ της Καμπότζης, στις 24 Οκτωβρίου 2019 – Tang Chhin SOTHY / AFP
Τα θηλαστικά μπορούν να καταναλώνουν έντομα
Οι αναρτήσεις λένε επίσης ότι «τα έντομα ειναι τροφή για τα πουλιά, τα ερπετά σαύρες και ψάρια» και ότι «τα θηλαστικά δεν πρέπει να τρώνε έντομα».
Παρόμοιες παραπλανητικές αναρτήσεις στα ελληνικά και άλλες γλώσσες εξηγούν αυτόν τον ισχυρισμό λέγοντας ότι τα έντομα περιέχουν «μεταμορφικά στεροειδή και ειδικά εκδυστερόνη», τα οποία δεν αποτελούν τροφή για τα θηλαστικά.
Τα εκδυστεροειδή είναι μια κατηγορία στεροειδών ορμονών που απαντώνται στα αρθρόποδα (ασπόνδυλα με εξωσκελετό) και ρυθμίζουν την ανάπτυξή τους, συμπεριλαμβανομένης της νύμφωσης και της αναπαραγωγής. Η εκδυστερόνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ενισχυτικό των αθλητικών επιδόσεων και έχει βρεθεί ότι αναστέλλει την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων του μαστού.
Ο Ντομινίκ Μπουρό (Dominique Bureau), καθηγητής στο τμήμα βιοεπιστήμης των ζώων στο Πανεπιστήμιο του Γκουέλφ του Καναδά, δήλωσε στο AFP μέσω μέιλ τον Οκτώβριο του 2022 ότι είναι παραπλανητικός ο ισχυρισμός ότι η εκδυστερόνη θα ήταν απαραιτήτως επιβλαβής επειδή «σχεδόν όλοι οι ζωικοί ιστοί ή τα τρόφιμα θα περιέχουν κάποιες ποσότητες στεροειδών ορμονών».
«Το γάλα, το κρέας, το συκώτι κ.λπ. περιέχουν ορμόνες. Τα τρόφιμα φυτικής προέλευσης, όπως πολλοί ελαιούχοι σπόροι και όσπρια, θα περιέχουν πρόδρομες ουσίες στεροειδών ορμονών (π.χ. φυτοοιστρογόνα όπως οι ισοφλαβόνες στα προϊόντα σόγιας)», είπε ο ίδιος.
Ο Ρενέ Λαφόντ (René Lafont), ομότιμος καθηγητής στο Ινστιτούτο Βιολογίας Paris-Seine του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, συμφωνεί με τα παραπάνω. Δήλωσε σε μέιλ προς το AFP τον Οκτώβριο του 2022 ότι οι ορμόνες αυτές υπάρχουν πράγματι σε μικρές ποσότητες στα έντομα, αλλά και σε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες στα φυτά (φυτοεκδυστεροειδή), συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που είναι κοινά στη δυτική διατροφή, όπως το σπανάκι και η κινόα.
«Οι ενώσεις αυτές δεν είναι τοξικές για τον άνθρωπο και μάλιστα έχουν ενδιαφέρουσες αναβολικές και αντιδιαβητικές ιδιότητες», είπε.
Ο ισχυρισμός ότι τα έντομα δεν αποτελούν τροφή για τα θηλαστικά είναι «κατηγορηματικά ψευδής», σύμφωνα με τη Μαρέικε Γιανιάκ. Τα ποντίκια και τα αρμαντίλο είναι παραδείγματα θηλαστικών που τρώνε έντομα, ορισμένα από αυτά σχεδόν αποκλειστικά, εξήγησε η ίδια.
Ένα μπέργκερ ακρίδας με γαρνιτούρα αποξηραμένων ακρίδων και αλευροσκώληκων, σε μια φωτογραφία από τις 4 Ιουνίου 2014, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης για την εντομοφαγία στην Ουάσινγκτον – Karen BLEIER / AFP
Προϊόντα που περιέχουν συστατικά που παράγονται από έντομα πρέπει να επισημαίνονται σαφώς
Όπως εξήγησε λεπτομερώς το AFP εδώ στα γαλλικά, η έγκριση νέων προϊόντων με βάση τα έντομα στην ΕΕ συνοδεύεται από σαφείς οδηγίες σχετικά με την επισήμανσή τους στην ετικέτα.
«Πρέπει να αναφέρεται σαφώς στον κατάλογο των συστατικών ότι το συστατικό αυτό εμπεριέχεται στο προϊόν», επιβεβαίωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο AFP στις 24 Ιανουαρίου 2023.
Αυτό ορίζεται σαφώς στους δύο κανονισμούς σχετικά με την εμπορία των προϊόντων. Οι παραγωγοί είναι υποχρεωμένοι να αναφέρουν την ονομασία των τροφίμων αυτών, στα λατινικά και στη γλώσσα της χώρας όπου πωλούνται, όπως φαίνεται στα παρακάτω έγγραφα.
Ο κίνδυνος αλλεργίας για τα άτομα που είναι αλλεργικά στα «καρκινοειδή, στα μαλάκια και τα προϊόντα τους και στα ακάρεα της σκόνης» πρέπει επίσης να αναφέρεται ξεκάθαρα.
Τα έγγραφα έγκρισης για τα δύο νέα τρόφιμα σημειώνουν ότι πρέπει να γίνουν περαιτέρω έρευνες σχετικά με το μέγεθος της «αλλεργιογονικότητάς» τους, καθώς οι τρέχουσες έρευνες δεν είναι πειστικές σχετικά με το κατά πόσο τα τρόφιμα μπορούν να προκαλέσουν αλλεργική αντίδραση.
Επί του παρόντος, μόλις 14 σημαντικά αλλεργιογόνα τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των μαλακίων, πρέπει να δηλώνονται από το νόμο ως «ουσίες ή προϊόντα που προκαλούν αλλεργίες ή δυσανεξίες» στις ετικέτες τροφίμων στην ΕΕ, όπως περιγράφεται εδώ.
Οι αναφορές των αναρτήσεων στο «καρμίνιο» έχουν ελλιπές πλαίσιο
Το πλήρες κείμενο από τις αναρτήσεις του Σεπτεμβρίου 2022 και ορισμένες από τις εκδοχές του ισχυρισμού που κυκλοφορούν σήμερα έχουν επίσης ένα απόσπασμα που αφορά το καρμίνιο, ένα άλλο συστατικό που προέρχεται από έντομα.
Το καρμίνιο είναι μια κόκκινη χρωστική ουσία που παρασκευάζεται από τη χημική επεξεργασία των θηλυκών του εντόμου κοχενίλη (Dactylopius coccus), το οποίο είναι ενδημικό στη Λατινική Αμερική και εκτρέφεται κυρίως στο Περού. Χρησιμοποιείται ως χρωστική ουσία σε πολλά καθημερινά προϊόντα, μεταξύ των οποίων τρόφιμα και καλλυντικά.
Σε πολλές αναρτήσεις, πριν την εμφάνιση των παραπλανητικών ισχυρισμών σχετικά με τη χιτίνη, υπάρχει μια περιγραφή του καρμίνιου και μια αναφορά σε μελέτη που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν το 1997, η οποία διαπίστωσε ότι το καρμίνιο μπορεί να προκαλέσει αναφυλαξία και άλλες αλλεργικές αντιδράσεις.
Όπως αναφέρεται σε αυτό το δελτίο τύπου για τη μελέτη του 1997, της οποίας ηγήθηκε ο Τζέιμς Λ. Μπόλντουιν (James L. Baldwin), επικεφαλής του Τμήματος Αλλεργίας και Κλινικής Ανοσολογίας του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, η έρευνα διαπίστωσε ότι «το εκχύλισμα κοχενίλης προκάλεσε απειλητικό για τη ζωή αναφυλακτικό σοκ σε μια ασθενή αφού έφαγε ένα παγωτό γρανίτα που περιείχε τη χρωστική ουσία». Ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο Μπόλντουιν δεν πρότεινε την απομάκρυνση του καρμίνιου από την αγορά και επισήμανε ότι «αρκετές μεγάλες μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι είναι ασφαλές και μη τοξικό».
Αντ’ αυτού, η έρευνα ζητούσε από την Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) να απαιτήσει την αναγραφή του εκχυλίσματος κοχενίλης και του καρμίνιου στις ετικέτες συστατικών των τροφίμων όπου εμπεριέχονται, προκειμένου να μπορούν τα άτομα με αλλεργίες να τα αποφεύγουν.
Μερικά χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 2009, η FDA υιοθέτησε μια τελική απόφαση για το ζήτημα και απαίτησε «την ονομαστική αναγραφή των χρωστικών προσθέτων εκχύλισμα κοχενίλης και καρμίνιο στην ετικέτα όλων των τροφίμων και καλλυντικών προϊόντων στις Ηνωμένες Πολιτείες». Η εφαρμογή της απόφασης ξεκίνησε το 2011. Αναγνώρισε το εκχύλισμα κοχενίλης και το καρμίνιο ως «αλλεργιογόνα για ένα μικρό υποσύνολο του αλλεργικού πληθυσμού», αλλά ανέφερε ρητά ότι δεν θεωρούνται «μείζονα αλλεργιογόνα τρόφιμα».
Επιπλέον, η απόφαση της FDA ορίζει ότι «το καρμίνιο και το εκχύλισμα κοχενίλης μπορούν να χρησιμοποιηθούν γενικά με ασφάλεια για τον χρωματισμό τροφίμων σε ποσότητες που συνάδουν με τις καλές πρακτικές παρασκευής».
Το 2012, η μεγάλη αλυσίδα καφέ Starbucks αποφάσισε να σταματήσει να χρησιμοποιεί εκχύλισμα κοχινέλης σε ορισμένα προϊόντα. Αυτή η απόφαση, ωστόσο, δεν σχετίζεται με την ασφάλεια των προϊόντων, αλλά με το γεγονός ότι παρουσιάζονταν στην αγορά ως vegan προϊόντα ενώ δεν ήταν, λόγω της χρήσης εκχυλίσματος κοχενίλης.
Μία αγρότισσα συλλέγει κοχενίλη (έντομα) στη Μάλα της νήσου Λανζαρότε, στις ισπανικές Κανάριες Νήσους, στις 27 Αυγούστου 2011 – DESIREE MARTIN / AFP
Στο διεθνές σύστημα αρίθμησης (INS) της ΕΕ για τα πρόσθετα τροφίμων, το καρμινικό οξύ και το καρμίνιο επισημαίνονται με τον κωδικό E 120.
«Τα πρόσθετα τροφίμων είναι συστατικά τροφίμων και πρέπει να αναγράφονται στον κατάλογο των συστατικών», δήλωσε εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε μέιλ προς το AFP στις 21 Φεβρουαρίου.
Η εκπρόσωπος πρόσθεσε ότι «το E 120 καρμινικό οξύ, καρμίνιο» δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο της ΕΕ με τις πιο κοινές ουσίες ή προϊόντα που προκαλούν αλλεργίες ή δυσανεξίες και συνεπώς «δεν υπάρχει κάποια απαίτηση για ειδικές πληροφορίες όσον αφορά την αλλεργιογένεση ή τη δυσανεξία της ουσίας αυτής».
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) ανέφερε ότι το εκχύλισμα κοχινέλαιου, η καρμίνη και το καρμινικό οξύ είναι ασφαλή για κατανάλωση. «Έμμεσες ενδείξεις δείχνουν ότι οι καρμίνες απορροφώνται και διανέμονται στον οργανισμό», ανέφερε σε επιστημονική γνωμοδότηση του 2015. «Οι μελέτες οξείας, βραχυπρόθεσμης και υποχρόνιας καρκινογένεσης, αναπαραγωγής και αναπτυξιακής τοξικότητας που πραγματοποιήθηκαν σε αρουραίους ή ποντίκια δεν έδειξαν τοξικολογικό δυναμικό. Η επανεξέταση των διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τη γονοτοξικότητα έδειξε ότι το καρμινικό οξύ δεν είναι γονοτοξικό», ανέφερε η έκθεση.
Αυτό το άρθρο στο περιοδικό Smithsonian περιγράφει πώς οι επιστήμονες προσπαθούν να βρουν τρόπους να κατασκευάσουν τεχνητά τη χρωστική ουσία για να αντιμετωπίσουν την υψηλή ζήτηση και τις αυξανόμενες τιμές.
Διατροφή και ασφάλεια
Σε αυτό το άρθρο που αναφέρεται στις επιστημονικές έρευνες σχετικές με την κατανάλωση εντόμων από ανθρώπους και ζώα, ο Κωνσταντίνος Μπουχέλος, Ομότιμος Καθηγητής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, υπογραμμίζει τα οφέλη της κατανάλωσης εντόμων: «Τα έντομα αποτελούν μιαν υγιεινή εναλλακτική τροφή έναντι των συνήθων βασικών όπως κοτόπουλο, χοιρινό, βοδινό, ακόμη και ψάρι». Αναφέρεται επίσης ότι τα έντομα «έχουν μεγάλη διατροφικήν αξία», ενώ «η εκτροφή τους δεν βασίζεται σε εκτάσεις γης και δεν απαιτείται αποψίλωση εδαφών για την επέκτασή της».
Ένα άρθρο του 2020 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό NFS σημείωσε επίσης ότι «το γεγονός ότι τα βρώσιμα έντομα έχουν ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης, υψηλή απόδοση μετατροπής σε τρόφιμα και απαιτούν λιγότερους πόρους για την εκτροφή τους σε σύγκριση με τα ζώα, θα πρέπει να τα καθιστά ελκυστική πηγή τροφής υψηλότερης ποιότητας, ειδικά για τους φτωχούς αγροτικούς πληθυσμούς των αναπτυσσόμενων χωρών».
Ωστόσο, σημειώνει επίσης ότι η επιστημονική βιβλιογραφία παραμένει περιορισμένη. «Χρειάζεται περισσότερη έρευνα για την κατανόηση των κινδύνων που ενέχει η κατανάλωσή τους προκειμένου να προστατευθεί η υγεία των καταναλωτών», καταλήγει η έκθεση.
Γράφημα για επιλεγμένα βρώσιμα έντομα τα οποία εμφανίζονται σταδιακά ανά τον κόσμο. – AFP
Μια έκθεση του 2021 από τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών περιγράφει τα έντομα ως «μια καλή προοπτική για να βοηθήσουν στην επίλυση των προβλημάτων επισιτιστικής ανασφάλειας που σχετίζονται με την αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, χωρίς να βλάπτουν ταυτόχρονα το περιβάλλον». Ωστόσο, η έκθεση τονίζει επίσης ότι πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για να διαπιστωθεί η ασφάλεια των τροφίμων στην παραγωγή και κατανάλωση βρώσιμων εντόμων για την αποφυγή αλλεργιογόνων, βιολογικών, χημικών ή φυσικών κινδύνων.
«Η ασφαλής και επιτυχημένη παραγωγή εντόμων πρέπει να περιλαμβάνει προσπάθειες για την πρόληψη, τον εντοπισμό και τον μετριασμό αυτών των ζητημάτων σχετικά με την ασφάλεια των τροφίμων», αναφέρει η έκθεση.
Ένα άρθρο στον Οδηγό Michelin συνιστά να είναι γνωστή η προέλευση των εντόμων και να μαγειρεύονται καλά πριν την κατανάλωση, όπως και κάθε άλλο συστατικό τροφής.